Τρίπτυχο Σινά 10ου αιώνα: Το Άγιο Μανδήλιο

Τα Δύο Σωζόμενα Φύλλα Του Τριπτύχου Του Σινά (10Ος Αιώνας) Με Τον Βασιλιά Άβγαρο Να Κρατά Το Άγιο Μανδήλιο.
Τα Δύο Σωζόμενα Φύλλα Του Τριπτύχου Του Σινά (10Ος Αιώνας) Αποτελούν Εξαιρετικό Δείγμα Της Κλασικίζουσας Τεχνοτροπίας Της Μακεδονικής Αναγέννησης, Φιλοτεχνημένο Πιθανότατα Στην Κωνσταντινούπολη.

Τίτλος: Δύο φύλλα τριπτύχου με το Άγιο Μανδήλιο

Καλλιτέχνης: Άγνωστος

Είδος: Τρίπτυχο, εικόνα

Χρονολογία: Μέσα 10ου αιώνα

Διαστάσεις: 34,5 x 25,2 εκ.

Υλικά: Ξύλο, τέμπερα, χρυσός

Τοποθεσία: Σινά, Μονή Αγίας Αικατερίνης

 

Το τρίπτυχο του Σινά αποτελεί ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της μεσοβυζαντινής περιόδου, συγκεκριμένα της λεγόμενης Μακεδονικής Αναγέννησης του 10ου αιώνα. Τα δύο σωζόμενα φύλλα του τριπτύχου φυλάσσονται στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά και παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον για την κατανόηση της βυζαντινής τέχνης και θεολογίας. Το έργο συνδέεται άμεσα με την παράδοση του Αγίου Μανδηλίου, της περίφημης αχειροποίητου εικόνας του Χριστού. Η εικονογραφική παράδοση αυτού του θέματος αποκτά ιδιαίτερη σημασία μετά τη μεταφορά του Μανδηλίου από την Έδεσσα στην Κωνσταντινούπολη το 944, γεγονός που προσδίδει στο συγκεκριμένο τρίπτυχο εξέχουσα θέση στην ιστορία της βυζαντινής τέχνης. Στα δύο σωζόμενα φύλλα του τριπτύχου, απεικονίζονται ο Απόστολος Θαδδαίος και ο βασιλιάς Άβγαρος της Έδεσσας, καθώς και σημαντικοί άγιοι της ανατολικής χριστιανικής παράδοσης, αναδεικνύοντας τις πολλαπλές διασυνδέσεις μεταξύ πολιτικής εξουσίας, θρησκευτικής λατρείας και καλλιτεχνικής δημιουργίας στο Βυζάντιο της περιόδου.

1. Ιστορικό και θεολογικό πλαίσιο του Αγίου Μανδηλίου

1.1 Ο θρύλος του βασιλιά Άβγαρου της Έδεσσας

Η παράδοση του Αγίου Μανδηλίου εδράζεται στην περίφημη αλληλογραφία μεταξύ του Ιησού Χριστού και του βασιλιά Άβγαρου της Έδεσσας, η οποία καταγράφεται για πρώτη φορά στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου Καισαρείας τον 4ο αιώνα. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο βασιλιάς Άβγαρος, πάσχοντας από ανίατη ασθένεια, απέστειλε επιστολή στον Χριστό ζητώντας τη θεραπεία του. Ο Χριστός απάντησε υποσχόμενος να στείλει έναν από τους μαθητές του μετά την Ανάληψη (Guscin).

1.2 Η μεταφορά του Μανδηλίου στην Κωνσταντινούπολη (944)

Η μεταφορά του Αγίου Μανδηλίου από την Έδεσσα στην Κωνσταντινούπολη το 944 αποτέλεσε καθοριστικό γεγονός για την εξέλιξη της λατρείας του. Η βυζαντινή αυτοκρατορία, υπό τον Ρωμανό Λεκαπηνό, διαπραγματεύτηκε την απόκτηση του ιερού κειμηλίου έναντι σημαντικών ανταλλαγμάτων προς τους άραβες κατόχους της Έδεσσας. Η άφιξη της εικόνας στη Βασιλεύουσα συνοδεύτηκε από πάνδημες εορταστικές εκδηλώσεις και καθιερώθηκε ως ετήσια εορτή στις 16 Αυγούστου, ενώ συνετέθη και ειδική ακολουθία. Το γεγονός μνημονεύεται σε πολλά φιλολογικά έργα της εποχής, συμπεριλαμβανομένου ενός εγκωμίου που αποδίδεται στον Κωνσταντίνο Ζ’ Πορφυρογέννητο.

1.3 Η θεολογική σημασία των αχειροποίητων εικόνων στο Βυζάντιο

Οι αχειροποίητες εικόνες, όπως το Άγιο Μανδήλιο, κατείχαν εξέχουσα θέση στη βυζαντινή θεολογία, ιδιαίτερα μετά την Εικονομαχία. Ως απεικόνιση μη δημιουργημένη από ανθρώπινο χέρι, το Μανδήλιο παρείχε ισχυρό θεολογικό επιχείρημα υπέρ των εικόνων, καθώς θεωρείτο άμεση αποτύπωση του προσώπου του Χριστού, επικυρώνοντας έτσι τη δυνατότητα απεικόνισης της θείας υπόστασης.

1.4 Χρήση του Μανδηλίου ως προστατευτικού φυλακτού

Το Άγιο Μανδήλιο δεν αποτελούσε απλώς ένα λατρευτικό αντικείμενο αλλά και ισχυρό αποτροπαϊκό μέσο. Σύμφωνα με την παράδοση, η υπόσχεση του Χριστού στον Άβγαρο περί προστασίας της Έδεσσας από εχθρικές επιδρομές, οδήγησε στη χρήση του Μανδηλίου ως παλλαδίου της πόλης. Αντίγραφα της επιστολής του Χριστού χρησιμοποιούνταν ως φυλακτά, ενώ απεικονίσεις του Μανδηλίου τοποθετούνταν συχνά σε πύλες πόλεων και εισόδους κτιρίων για προστασία.

1.5 Ο συμβολισμός του Μανδηλίου στη λειτουργική τέχνη

Στη βυζαντινή εκκλησιαστική τέχνη, το μανδήλιο απέκτησε συγκεκριμένη λειτουργική θέση. Από τον 10ο αιώνα και εξής, απεικονίζεται συχνά στο μέτωπο της κόγχης του Ιερού, επάνω από την παράσταση της Πλατυτέρας και κάτω από την Ανάληψη. Αυτή η χωροθέτηση δεν είναι τυχαία, αλλά σχετίζεται άμεσα με τον θεολογικό συμβολισμό του Μανδηλίου ως απτής μαρτυρίας της ενανθρώπησης του Λόγου και της θεανθρώπινης φύσης του Χριστού, αποτελώντας έτσι οπτική αποτύπωση θεμελιωδών δογματικών αληθειών της Ορθόδοξης θεολογίας.

 

Οι Άγιοι Παύλος Ο Θηβαίος, Αντώνιος, Βασίλειος Και Εφραίμ Ο Σύρος Στην Κάτω Ζώνη Του Τριπτύχου Του Σινά (10Ος Αιώνας).
Οι Άγιοι Που Απεικονίζονται Στην Κάτω Ζώνη Του Τριπτύχου Του Σινά Αποτελούν Εμβληματικές Μορφές Του Μοναχισμού Και Της Ασκητικής Παράδοσης Της Ανατολικής Εκκλησίας.

2. Τεχνοτροπικά και μορφολογικά στοιχεία του τριπτύχου

2.1 Δομή και σύνθεση του τριπτύχου

Το εξεταζόμενο τρίπτυχο βυζαντινό του Σινά παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως προς την οργάνωση του εικονογραφικού του προγράμματος. Τα δύο διασωθέντα πλαϊνά φύλλα, διαστάσεων 34,5 x 25,2 εκατοστών, ακολουθούν τα καθιερωμένα πρότυπα της βυζαντινής εικαστικής παράδοσης ως προς τη διευθέτηση του χώρου, διαιρούμενα σε δύο διακριτές ζώνες. Η διαίρεση αυτή εξυπηρετεί αφενός την ιεραρχική κατάταξη των απεικονιζόμενων προσώπων και αφετέρου την αφηγηματική συνοχή του θέματος. Η άνω ζώνη, ως ο κατεξοχήν χώρος ιεροφάνειας στη βυζαντινή εικονογραφία, αφιερώνεται στους πρωταγωνιστές του θρύλου του Αγίου Μανδηλίου, ενώ η κάτω ζώνη φιλοξενεί τους τέσσερις επιφανείς αγίους της ανατολικής χριστιανικής παράδοσης (Schlumberger).

2.2 Εικονογραφικά χαρακτηριστικά των δύο σωζόμενων φύλλων

Η εικονογραφική διάρθρωση των σωζόμενων φύλλων του τριπτύχου ακολουθεί συγκεκριμένες συμβάσεις της βυζαντινής τέχνης του 10ου αιώνα. Στην άνω ζώνη του αριστερού φύλλου παρουσιάζεται καθιστός σε θρόνο ο Απόστολος Θαδδαίος, ένας εκ των Εβδομήκοντα, ο οποίος σύμφωνα με την παράδοση μετέφερε το Άγιο Μανδήλιο στην Έδεσσα. Στο δεξιό φύλλο, στην αντίστοιχη θέση, απεικονίζεται ο βασιλιάς Άβγαρος επίσης ένθρονος, κρατώντας το άγιο Μανδήλιο, ενώ παρίσταται και ο απεσταλμένος που μετέφερε το ιερό κειμήλιο. Στις κάτω ζώνες παρουσιάζονται οι άγιοι Παύλος ο Θηβαίος, Αντώνιος, Βασίλειος και Εφραίμ ο Σύρος, όρθιοι και κατενώπιον, σύμφωνα με την τυπική εικονογραφική παράδοση (Nicolotti).

2.3 Η κλασικίζουσα τεχνοτροπία της Μακεδονικής Αναγέννησης

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του τριπτύχου του Σινά αποτελεί η κλασικίζουσα τεχνοτροπία του, αντιπροσωπευτική της λεγόμενης Μακεδονικής Αναγέννησης. Η περίοδος αυτή, που συμπίπτει χρονολογικά με τη δυναστεία των Μακεδόνων αυτοκρατόρων (867-1056), χαρακτηρίζεται από έντονη στροφή προς την κλασική παράδοση και την ελληνιστική τέχνη. Στο τρίπτυχο παρατηρείται η επιδίωξη αρμονικών αναλογιών, η πλαστικότητα των μορφών, η έμφαση στην ανατομική ακρίβεια και η λεπτομερής απόδοση των ενδυμάτων με πλούσιες πτυχώσεις. Οι φωτοσκιάσεις εφαρμόζονται με εξαιρετική δεξιοτεχνία, δημιουργώντας την αίσθηση του όγκου και της τρισδιάστατης παρουσίας των μορφών στον χώρο.

2.4 Υποθέσεις για το χαμένο κεντρικό φύλλο

Η απώλεια του κεντρικού φύλλου του τριπτύχου δημιουργεί ένα σημαντικό ερμηνευτικό κενό, το οποίο μελετητές επιχείρησαν να καλύψουν με τεκμηριωμένες υποθέσεις. Με βάση την εικονογραφική παράδοση των τριπτύχων της εποχής και τη θεματική των σωζόμενων φύλλων, είναι εύλογο να υποτεθεί ότι στο κεντρικό τμήμα θα απεικονιζόταν το Άγιο Μανδήλιο σε μεγάλη κλίμακα, αποδίδοντας με λεπτομέρεια το πρόσωπο του Χριστού. Πιθανολογείται ότι η άνω ζώνη του κεντρικού φύλλου θα φιλοξενούσε την επιβλητική παράσταση του Αγίου Μανδηλίου, ενώ η κάτω ζώνη θα περιλάμβανε είτε συμπληρωματικές σκηνές από τον κύκλο του θρύλου του Αβγάρου είτε απεικονίσεις άλλων εξεχόντων αγίων.

2.5 Τεχνική εκτέλεση και υλικά κατασκευής

Η τεχνική αρτιότητα του τριπτύχου μαρτυρεί την προέλευσή του από κάποιο επίσημο αυτοκρατορικό εργαστήριο της Κωνσταντινούπολης. Η επιλογή ξύλου εξαιρετικής ποιότητας ως υποστρώματος, η χρήση πολύτιμων χρωστικών ουσιών και χρυσού για το βάθος και τις λεπτομέρειες, καθώς και η λεπτομερής επεξεργασία όλων των επιμέρους στοιχείων, αναδεικνύουν όχι μόνο τις τεχνικές δυνατότητες των βυζαντινών καλλιτεχνών της εποχής, αλλά και τη σημασία που αποδιδόταν στο συγκεκριμένο έργο, πιθανότατα προορισμένο για υψηλό αξιωματούχο της αυτοκρατορίας ή για λειτουργική χρήση σε σημαντικό εκκλησιαστικό χώρο.

 

Το Τρίπτυχο Του Σινά Με Το Άγιο Μανδήλιο Αποτελεί Εξαίρετο Δείγμα Της Κλασικίζουσας Τεχνοτροπίας Του 10Ου Αιώνα.

3. Η πολιτική διάσταση του τριπτύχου

3.1 Ο αυτοκρατορικός συμβολισμός στην απεικόνιση του Άβγαρου

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί η φυσιογνωμική απόδοση του βασιλέα Αβγάρου στο τρίπτυχο του Σινά, καθώς παρουσιάζει εμφανείς ομοιότητες με την εικονογραφική παράδοση των βυζαντινών αυτοκρατόρων. Η προσεκτική εξέταση των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών αποκαλύπτει ότι ο καλλιτέχνης επέλεξε συνειδητά να αποδώσει τον Άβγαρο με τα χαρακτηριστικά του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ’ του Πορφυρογεννήτου. Αυτή η εικονογραφική επιλογή δεν είναι τυχαία, αλλά αντανακλά την πολιτική ιδεολογία της περιόδου και τις προσπάθειες νομιμοποίησης της εξουσίας του αυτοκράτορα μέσω της ταύτισής του με τον βιβλικό βασιλέα που έλαβε την αχειροποίητη εικόνα του Χριστού. Οι ένθρονες μορφές του Αβγάρου και του Θαδδαίου, τοποθετημένες συμμετρικά στα δύο ακραία φύλλα του τριπτύχου, δημιουργούν ένα νοητό πλαίσιο που υπογραμμίζει τη σχέση μεταξύ κοσμικής και θρησκευτικής εξουσίας, θεμελιώδη άξονα της βυζαντινής πολιτικής θεολογίας.

3.2 Το Άγιο Μανδήλιο ως σύμβολο αυτοκρατορικής νομιμοποίησης

Το Άγιο Μανδήλιο, μετά τη μεταφορά του στην Κωνσταντινούπολη το 944, μετατράπηκε σε κεντρικό στοιχείο της αυτοκρατορικής προπαγάνδας. Η απόκτηση και προβολή της αχειροποίητος εικόνας του Χριστού εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της συλλογής ιερών κειμηλίων από τους βυζαντινούς αυτοκράτορες, μια πρακτική που ενίσχυε το κύρος τους και τη θεϊκή νομιμοποίηση της εξουσίας τους. Το τρίπτυχο του Σινά, φιλοτεχνημένο πιθανότατα σε αυτοκρατορικό εργαστήριο, αποτελεί έμμεση αναφορά στο γεγονός της μεταφοράς του Μανδηλίου στη Βασιλεύουσα, υπενθυμίζοντας τη μοναδική σχέση μεταξύ του βυζαντινού αυτοκράτορα και της θείας χάριτος. Η συγκεκριμένη εικονογραφική επιλογή ενισχύει τη νομιμοποίηση της εξουσίας της μακεδονικής δυναστείας σε μια περίοδο πολιτικών ανακατατάξεων, προβάλλοντας την ιδέα της συνέχειας από τη βιβλική εποχή στο βυζαντινό παρόν (Guscin).

3.3 Η σύνδεση με τον Κωνσταντίνο Ζ’ Πορφυρογέννητο

Η χρονολόγηση του τριπτύχου στα μέσα του 10ου αιώνα το συνδέει άμεσα με την περίοδο της αυτοκρατορίας του Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογεννήτου (913-959), ο οποίος ανέκτησε την πλήρη εξουσία το 945, ένα έτος μετά τη μεταφορά του Αγίου Μανδηλίου στην Κωνσταντινούπολη. Η σύνδεση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι στον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο αποδίδεται η συγγραφή εγκωμίου για το Άγιο Μανδήλιο κατά την πρώτη επέτειο της μεταφοράς του στη Βασιλεύουσα. Ο φιλομαθής αυτοκράτορας, γνωστός για τα εγκυκλοπαιδικά και ιστορικά του συγγράμματα και για την εκτεταμένη χορηγία των τεχνών, φαίνεται να αξιοποίησε συστηματικά την απόκτηση του ιερού κειμηλίου προς ενίσχυση της εικόνας του ως θεοφιλούς ηγεμόνα και συνεχιστή της ρωμαϊκής και χριστιανικής παράδοσης. Το τρίπτυχο του Σινά αποτελεί, συνεπώς, αντανάκλαση της πολιτικής ιδεολογίας και του καλλιτεχνικού προγράμματος της αυλής του Πορφυρογεννήτου, υπογραμμίζοντας τη λειτουργία της τέχνης ως μέσου έκφρασης της αυτοκρατορικής ιδεολογίας στο Βυζάντιο.

 

Διαφορετικές Ερμηνείες & Κριτική Αποτίμηση

Η μελέτη του τριπτύχου του Σινά αποτέλεσε αντικείμενο διαφορετικών ερμηνευτικών προσεγγίσεων στην επιστημονική κοινότητα. Ερευνητές όπως ο Weitzmann και ο Mango προσέγγισαν το έργο κυρίως υπό το πρίσμα της τεχνοτροπικής του ένταξης στην περίοδο της Μακεδονικής Αναγέννησης, εστιάζοντας στα φορμαλιστικά του χαρακτηριστικά. Αντιθέτως, μελετητές όπως ο Belting και ο Kitzinger ανέδειξαν τις ιδεολογικές και θεολογικές διαστάσεις του έργου, συνδέοντάς το με ευρύτερες πολιτικές σκοπιμότητες. Η Corrigan επικεντρώθηκε στη λειτουργική διάσταση του τριπτύχου, ενώ ο Cutler προέταξε την υλικότητά του ως κλειδί ερμηνείας. Νεότεροι μελετητές όπως η Pentcheva και ο Peers εμβάθυναν στη φαινομενολογική προσέγγιση του έργου, αναδεικνύοντας ζητήματα αισθητηριακής πρόσληψης και θεολογικής ανθρωπολογίας. Τέλος, ερευνητές όπως ο Nicolotti και ο Guscin επικεντρώθηκαν στη συγκριτική μελέτη των παραδόσεων των αχειροποίητων εικόνων σε Ανατολή και Δύση, εντάσσοντας το τρίπτυχο σε ένα ευρύτερο πολιτισμικό πλαίσιο.

Επίλογος

Το τρίπτυχο του Σινά με το Άγιο Μανδήλιο αποτελεί ένα από τα πλέον εύγλωττα παραδείγματα της άρρηκτης σχέσης μεταξύ τέχνης, θεολογίας και πολιτικής ιδεολογίας στο Βυζάντιο του 10ου αιώνα. Τα δύο σωζόμενα φύλλα του έργου αντικατοπτρίζουν όχι μόνο την καλλιτεχνική άνθηση της Μακεδονικής Αναγέννησης, αλλά και τους μηχανισμούς μέσω των οποίων η αυτοκρατορική εξουσία επιχείρησε να νομιμοποιήσει την ύπαρξή της, συνδέοντάς την με ιερά κειμήλια όπως το Άγιο Μανδήλιο. Μέσα από την εικονογραφική του διάρθρωση, το τρίπτυχο καταφέρνει να συγκεράσει την ιστορική αφήγηση, τη θεολογική ερμηνεία και την πολιτική προπαγάνδα, αναδεικνύοντας τον πολυδιάστατο ρόλο της τέχνης στη βυζαντινή κοινωνία. Η μελέτη του παραμένει επίκαιρη, καθώς συνεχίζει να προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες για την κατανόηση της πολιτιστικής ιστορίας της Μεσοβυζαντινής περιόδου.

Συχνές Ερωτήσεις

Ποια είναι η ιστορική σημασία του τριπτύχου του Σινά του 10ου αιώνα;

Το συγκεκριμένο τρίπτυχο αποτελεί σημαντικό τεκμήριο της καλλιτεχνικής παραγωγής της Μακεδονικής Αναγέννησης, αντανακλώντας τις αισθητικές αξίες της περιόδου. Ιστορικά, συνδέεται με τη μεταφορά του Αγίου Μανδηλίου στην Κωνσταντινούπολη το 944, γεγονός μείζονος σημασίας για τη θρησκευτική και πολιτική ζωή του Βυζαντίου. Επιπλέον, η εικονογραφία του αντανακλά τις πολιτικές επιδιώξεις της δυναστείας των Μακεδόνων αυτοκρατόρων και ιδιαίτερα του Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογεννήτου.

Πώς σχετίζεται το Άγιο Μανδήλιο με τον βασιλιά Άβγαρο της Έδεσσας;

Σύμφωνα με την παράδοση, ο βασιλιάς Άβγαρος της Έδεσσας, πάσχοντας από λέπρα, έστειλε απεσταλμένο στον Ιησού Χριστό ζητώντας θεραπεία. Ο Χριστός, μη μπορώντας να μεταβεί αυτοπροσώπως, απέστειλε μέσω του Αποστόλου Θαδδαίου ένα ύφασμα με το αποτύπωμα του προσώπου του – το Άγιο Μανδήλιο. Με την άφιξη του Μανδηλίου στην Έδεσσα, ο Άβγαρος θεραπεύτηκε και ασπάστηκε τον χριστιανισμό μαζί με τους υπηκόους του, καθιστώντας την Έδεσσα την πρώτη χριστιανική πολιτεία.

Τι γνωρίζουμε για το χαμένο κεντρικό φύλλο του τριπτύχου του Σινά;

Από τα τρία αρχικά φύλλα του τριπτύχου διασώζονται μόνο τα δύο πλαϊνά, ενώ το κεντρικό έχει χαθεί. Οι μελετητές υποθέτουν ότι στο κεντρικό φύλλο απεικονιζόταν σε μεγάλη κλίμακα το ίδιο το Άγιο Μανδήλιο, δηλαδή το αποτύπωμα του προσώπου του Χριστού σε ύφασμα. Αυτή η υπόθεση βασίζεται στην εικονογραφική δομή των σωζόμενων φύλλων και στην παρουσία του Αβγάρου και του Θαδδαίου στις άνω ζώνες τους, που προϋποθέτουν την κεντρική παρουσία του Μανδηλίου.

Ποιες τεχνοτροπικές ιδιαιτερότητες παρουσιάζει το τρίπτυχο με το Άγιο Μανδήλιο;

Το τρίπτυχο του Σινά χαρακτηρίζεται από την κλασικίζουσα τεχνοτροπία της Μακεδονικής Αναγέννησης. Διακρίνεται για την αρμονία των αναλογιών, την πλαστικότητα των μορφών και την επιδέξια χρήση φωτοσκιάσεων που αποδίδουν την αίσθηση του όγκου. Οι μορφές παρουσιάζουν ανατομική ακρίβεια, ενώ τα ενδύματα αποδίδονται με πλούσιες πτυχώσεις. Η χρήση χρυσού για το βάθος και τις λεπτομέρειες αναδεικνύει τον ιερό χαρακτήρα των απεικονιζόμενων προσώπων.

Γιατί απεικονίζονται οι άγιοι Παύλος ο Θηβαίος, Αντώνιος, Βασίλειος και Εφραίμ στο τρίπτυχο του Σινά;

Η παρουσία των τεσσάρων αυτών αγίων στις κάτω ζώνες των δύο σωζόμενων φύλλων του τριπτύχου υποδηλώνει πιθανή ασκητική χρήση του έργου. Οι άγιοι Παύλος ο Θηβαίος και Αντώνιος θεωρούνται οι πατέρες του μοναχισμού, ενώ ο Βασίλειος ο Μέγας και ο Εφραίμ ο Σύρος αποτελούν εμβληματικές μορφές της ανατολικής ασκητικής παράδοσης. Η επιλογή τους πιθανόν αντανακλά τον τόπο προορισμού του τριπτύχου, που ενδεχομένως ήταν κάποια μοναστική κοινότητα στο Σινά ή αλλού.

Πώς συνδέεται το τρίπτυχο του Σινά με την αυτοκρατορική προπαγάνδα του 10ου αιώνα;

Το τρίπτυχο εμπίπτει στη στρατηγική της βυζαντινής αυτοκρατορικής προπαγάνδας που αξιοποιούσε ιερά κειμήλια για τη νομιμοποίηση της εξουσίας. Η απεικόνιση του βασιλιά Αβγάρου με τα χαρακτηριστικά του αυτοκράτορα υποδηλώνει την ταύτιση του βυζαντινού ηγεμόνα με τον βιβλικό βασιλέα που έλαβε την αχειροποίητη εικόνα του Χριστού. Επιπλέον, η φιλοτέχνηση του έργου λίγο μετά τη μεταφορά του Μανδηλίου στην Κωνσταντινούπολη το συνδέει με την προσπάθεια του Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογεννήτου να εδραιώσει την εξουσία του.

 

Βιβλιογραφία

  1. Guscin, M. (2016). The Tradition of the Image of Edessa. Leiden: Brill.
  2. Nicolotti, A. (2014). From the Mandylion of Edessa to the Shroud of Turin: The Metamorphosis and Manipulation of a Legend. Leiden: Brill.
  3. Schlumberger, G. L. (1896). L’épopée byzantine à la fin du dixième siècle. Paris: Hachette.
  4. Συλλογικό έργο. (2011). Βυζαντινά: Επιστημονικόν Όργανον Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών.
  5. Xanthopulus, N. C. (1863). Ekklēsiastikēs historias (Τόμος 3). Vienna: Typis Congregationis Mechitaristicae.