Τι είναι η σελεκοξίμπη (φάρμακο Celebrex, Celecox, Cilex κ.α.)
Η σελεκοξίμπη (celecoxib) είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ) που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της οστεοαρθρίτιδας, της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και του πόνου. Μερικά από τα δημοφιλή εμπορικά σκευάσματα που περιέχουν σελεκοξίμπη είναι τα “Celebrex” (Ελλάδα), “Celecox” (Ηνωμένο Βασίλειο), “Cilex” (Ινδία) κ.α.
Η σελεκοξίμπη αναπτύχθηκε από την εταιρεία Pfizer και εγκρίθηκε για ιατρική χρήση το 1998. Ήταν το πρώτο φάρμακο της κατηγορίας των εκλεκτικών αναστολέων της κυκλοοξυγενάσης-2 (COX-2) που κυκλοφόρησε στην αγορά. Η παρούσα ανάλυση βασίζεται σε επιστημονικές μελέτες και ιατρικά περιοδικά που εξετάζουν την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της σελεκοξίμπης στη θεραπεία διαφόρων παθήσεων, με έμφαση στην οστεοαρθρίτιδα.
Μηχανισμός δράσης, Χημική δομή και Θεραπευτική κατηγορία
Η σελεκοξίμπη ανήκει στην κατηγορία των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (ΜΣΑΦ) και ειδικότερα στους εκλεκτικούς αναστολείς της κυκλοοξυγενάσης-2 (COX-2). Ο μηχανισμός δράσης της βασίζεται στην αναστολή του ενζύμου COX-2, το οποίο εμπλέκεται στη σύνθεση προσταγλανδινών που προκαλούν φλεγμονή και πόνο.
Χημικά, η σελεκοξίμπη είναι ένα παράγωγο πυραζόλης με τον μοριακό τύπο C17H14F3N3O2S. Η δομή της περιλαμβάνει έναν κεντρικό πυραζολικό δακτύλιο με υποκαταστάτες τριφθορομεθυλίου, σουλφοναμιδίου και π-μεθυλοφαινυλίου. Αυτή η δομή επιτρέπει την εκλεκτική σύνδεση και αναστολή της COX-2 έναντι της COX-1 (Puljak et al., 2017).
Ως εκλεκτικός αναστολέας της COX-2, η σελεκοξίμπη παρέχει αντιφλεγμονώδη και αναλγητική δράση με μειωμένο κίνδυνο γαστρεντερικών παρενεργειών σε σύγκριση με τα μη εκλεκτικά ΜΣΑΦ. Ωστόσο, έχει συσχετιστεί με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, γεγονός που απαιτεί προσεκτική εκτίμηση των οφελών και των κινδύνων πριν τη συνταγογράφηση (Puljak et al., 2017; Tołoczko-Iwaniuk et al., 2019).
Ενδείξεις
Η σελεκοξίμπη ενδείκνυται για τη θεραπεία των ακόλουθων παθήσεων:
- Οστεοαρθρίτιδα: Συμπτωματική ανακούφιση από τον πόνο και τη φλεγμονή σε ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα.
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα: Θεραπεία των σημείων και συμπτωμάτων της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
- Αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα: Θεραπεία του πόνου και της δυσκαμψίας που σχετίζονται με την αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα.
- Οξύς πόνος: Βραχυπρόθεσμη διαχείριση του οξέος πόνου στους ενήλικες.
- Πρωτοπαθής δυσμηνόρροια: Θεραπεία της πρωτοπαθούς δυσμηνόρροιας.
Αντενδείξεις και Προφυλάξεις
Η σελεκοξίμπη αντενδείκνυται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Υπερευαισθησία στη σελεκοξίμπη ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα του φαρμάκου.
- Ιστορικό σοβαρής αλλεργικής αντίδρασης σε οποιοδήποτε ΜΣΑΦ.
- Ενεργό πεπτικό έλκος ή γαστρορραγία.
- Φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, όπως νόσος του Crohn ή ελκώδης κολίτιδα.
- Σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία (Child-Pugh Γ).
- Σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης <30 ml/min).
- Καρδιακή ανεπάρκεια (NYHA II-IV), ισχαιμική καρδιοπάθεια, περιφερική αρτηριοπάθεια ή αγγειακή εγκεφαλική νόσος.
Απαιτείται προσοχή και στενή παρακολούθηση σε ασθενείς με:
- Ιστορικό πεπτικού έλκους ή γαστρεντερικής αιμορραγίας.
- Ηπατική ή νεφρική δυσλειτουργία.
- Υπέρταση, κατακράτηση υγρών ή καρδιακή ανεπάρκεια.
- Ιστορικό βρογχόσπασμου μετά τη λήψη ασπιρίνης ή άλλων ΜΣΑΦ.
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους
- Ηλικιωμένοι: Οι ηλικιωμένοι ασθενείς διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο σοβαρών παρενεργειών, ιδιαίτερα από το γαστρεντερικό και το καρδιαγγειακό σύστημα. Συνιστάται η χρήση της χαμηλότερης αποτελεσματικής δόσης για το συντομότερο απαραίτητο χρονικό διάστημα.
- Παιδιατρικός πληθυσμός: Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της σελεκοξίμπης δεν έχουν τεκμηριωθεί σε παιδιά και εφήβους κάτω των 18 ετών. Συνεπώς, η χρήση της δεν συνιστάται σε αυτόν τον πληθυσμό.
- Εγκυμοσύνη και θηλασμός: Η σελεκοξίμπη αντενδείκνυται κατά το τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης λόγω του κινδύνου πρόωρου κλεισίματος του αρτηριακού πόρου. Κατά τη διάρκεια του πρώτου και του δεύτερου τριμήνου, η σελεκοξίμπη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται εκτός εάν είναι σαφώς απαραίτητο. Η σελεκοξίμπη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια του θηλασμού.
Δοσολογία και χορήγηση
Η δοσολογία της σελεκοξίμπης εξαρτάται από την ένδειξη και την ανταπόκριση του ασθενούς. Οι συνήθεις συνιστώμενες δόσεις είναι:
- Οστεοαρθρίτιδα: 200 mg ημερησίως, χορηγούμενα ως εφάπαξ δόση ή διαιρεμένα σε δύο δόσεις.
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα: 100-200 mg δύο φορές ημερησίως.
- Αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα: 200 mg ημερησίως, χορηγούμενα ως εφάπαξ δόση ή διαιρεμένα σε δύο δόσεις. Εάν χρειάζεται, η δόση μπορεί να αυξηθεί στα 400 mg ημερησίως.
- Οξύς πόνος και πρωτοπαθής δυσμηνόρροια: 400 mg αρχικά, ακολουθούμενα από 200 mg εάν χρειάζεται την πρώτη ημέρα. Στη συνέχεια, 200 mg δύο φορές ημερησίως όπως απαιτείται.
Τα καψάκια σελεκοξίμπης πρέπει να καταπίνονται ολόκληρα με νερό, με ή χωρίς τροφή. Δεν πρέπει να θρυμματίζονται, να μασώνται ή να ανοίγονται, καθώς αυτό μπορεί να επηρεάσει το προφίλ απορρόφησης του φαρμάκου.
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση σελεκοξίμπης;
Εάν παραλείψετε μια δόση σελεκοξίμπης, πάρτε την αμέσως μόλις το θυμηθείτε. Ωστόσο, εάν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, παραλείψτε τη δόση που ξεχάσατε και συνεχίστε με το κανονικό σας δοσολογικό πρόγραμμα. Μην πάρετε διπλή δόση για να αναπληρώσετε τη δόση που παραλείψατε.
Υπερδοσολογία
Η υπερδοσολογία με σελεκοξίμπη μπορεί να προκαλέσει:
- Γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, έμετος, κοιλιακό άλγος, γαστρίτιδα)
- Νεφρική δυσλειτουργία (ολιγουρία, οξεία νεφρική ανεπάρκεια)
- Ηπατική βλάβη (αυξήσεις των ηπατικών ενζύμων)
- Καρδιαγγειακές επιπλοκές (υπέρταση, οίδημα, καρδιακή ανεπάρκεια)
- Νευρολογικές διαταραχές (πονοκέφαλος, ζάλη, υπνηλία, σύγχυση)
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, η θεραπεία είναι υποστηρικτική και περιλαμβάνει την επαγωγή εμέτου, τη χορήγηση ενεργού άνθρακα και τη στενή παρακολούθηση των ζωτικών σημείων. Σε σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να απαιτηθεί νοσηλεία για την αντιμετώπιση των επιπλοκών.
Παρενέργειες
Οι συχνότερες παρενέργειες της σελεκοξίμπης περιλαμβάνουν:
- Γαστρεντερικές διαταραχές (δυσπεψία, κοιλιακό άλγος, διάρροια, μετεωρισμός)
- Καρδιαγγειακές διαταραχές (υπέρταση, περιφερικό οίδημα)
- Δερματικές αντιδράσεις (εξάνθημα, κνησμός)
- Κεφαλαλγία, ζάλη
- Αυξημένα ηπατικά ένζυμα
Σπανιότερα, μπορεί να εμφανιστούν σοβαρές παρενέργειες όπως:
- Έμφραγμα του μυοκαρδίου ή εγκεφαλικό επεισόδιο
- Γαστρεντερική διάτρηση ή αιμορραγία
- Σοβαρές δερματικές αντιδράσεις (σύνδρομο Stevens-Johnson, τοξική επιδερμική νεκρόλυση)
- Ηπατική βλάβη
- Αναφυλαξία
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
Η σελεκοξίμπη μπορεί να αλληλεπιδράσει με διάφορα φάρμακα, όπως:
- Άλλα ΜΣΑΦ (αυξημένος κίνδυνος γαστρεντερικών και καρδιαγγειακών παρενεργειών)
- Αντιπηκτικά (βαρφαρίνη) και αντιαιμοπεταλιακά (κλοπιδογρέλη): Αυξημένος κίνδυνος αιμορραγίας
- Λίθιο: Αυξημένα επίπεδα λιθίου στο αίμα
- Αναστολείς ACE και ανταγωνιστές υποδοχέων αγγειοτενσίνης ΙΙ: Μειωμένη αντιυπερτασική δράση
- Διουρητικά: Αυξημένος κίνδυνος νεφρικής δυσλειτουργίας
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
Η λήψη σελεκοξίμπης με τροφή μπορεί να καθυστερήσει την απορρόφηση του φαρμάκου, αλλά δεν επηρεάζει σημαντικά τη συνολική βιοδιαθεσιμότητα. Ωστόσο, η κατανάλωση αλκοόλ ταυτόχρονα με τη σελεκοξίμπη μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο γαστρεντερικών παρενεργειών και πρέπει να αποφεύγεται.
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Δεν υπάρχουν ενδείξεις ανάπτυξης ανθεκτικότητας στη σελεκοξίμπη με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, η μακροχρόνια χρήση μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη ανταπόκριση λόγω της εξέλιξης της υποκείμενης παθολογικής κατάστασης ή της ανάπτυξης ανοχής στα αναλγητικά αποτελέσματα.
Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες
Προκλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι η σελεκοξίμπη παρουσιάζει αντιφλεγμονώδη, αναλγητική και αντιπυρετική δράση σε ζωικά μοντέλα. Κλινικές δοκιμές έχουν επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητα της σελεκοξίμπης στη θεραπεία της οστεοαρθρίτιδας, της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και άλλων παθήσεων που σχετίζονται με φλεγμονή και πόνο. Στη μελέτη τους, οι Puljak et al. (2017) διαπίστωσαν ότι η σελεκοξίμπη ήταν αποτελεσματική στη μείωση του πόνου και τη βελτίωση της λειτουργικότητας σε ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα, με ένα αποδεκτό προφίλ ασφάλειας.
Μετεγκριτικές μελέτες, Φαρμακοεπαγρύπνηση και Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά
Μετεγκριτικές μελέτες και δεδομένα φαρμακοεπαγρύπνησης έχουν επιβεβαιώσει το προφίλ αποτελεσματικότητας και ασφάλειας της σελεκοξίμπης (φάρμακο Celebrex, Celecox, Cilex κ.α.) στην κλινική πρακτική. Ωστόσο, έχουν εντοπιστεί σπάνιες περιπτώσεις σοβαρών καρδιαγγειακών και δερματικών παρενεργειών, γεγονός που οδήγησε στην προσθήκη προειδοποιήσεων στην επισήμανση του φαρμάκου.
Φαρμακοκινητικά, η σελεκοξίμπη απορροφάται ταχέως μετά από χορήγηση από το στόμα, με μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα να επιτυγχάνονται σε περίπου 2-3 ώρες. Η σελεκοξίμπη μεταβολίζεται κυρίως στο ήπαρ από τα ένζυμα CYP2C9 και CYP3A4 και αποβάλλεται κυρίως μέσω των νεφρών. Ο χρόνος ημίσειας ζωής είναι περίπου 8-12 ώρες, επιτρέποντας τη χορήγηση μία ή δύο φορές ημερησίως (Saxena et al., 2020).
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Η σελεκοξίμπη έχει συγκριθεί με άλλα ΜΣΑΦ και παρακεταμόλη σε κλινικές μελέτες για τη θεραπεία της οστεοαρθρίτιδας και της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Σε γενικές γραμμές, η σελεκοξίμπη (φάρμακο “Celebrex”, “Celecox”, “Cilex” κ.α.) έχει δείξει παρόμοια αποτελεσματικότητα με άλλα ΜΣΑΦ στη μείωση του πόνου και τη βελτίωση της λειτουργικότητας, με ένα πιθανώς ευνοϊκότερο προφίλ γαστρεντερικής ασφάλειας. Ωστόσο, οι διαφορές στην καρδιαγγειακή ασφάλεια μεταξύ της σελεκοξίμπης και άλλων ΜΣΑΦ παραμένουν αμφιλεγόμενες (Tołoczko-Iwaniuk et al., 2019).
Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις
Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις έχουν αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της σελεκοξίμπης σε διάφορες ενδείξεις. Μια μετα-ανάλυση από τους Puljak et al. (2017) διαπίστωσε ότι η σελεκοξίμπη ήταν αποτελεσματική στη μείωση του πόνου και τη βελτίωση της λειτουργικότητας σε ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα, με παρόμοια αποτελεσματικότητα με άλλα ΜΣΑΦ. Ωστόσο, οι συγγραφείς επεσήμαναν την ανάγκη για περαιτέρω μελέτες σχετικά με τη μακροχρόνια ασφάλεια της σελεκοξίμπης (φάρμακο “Celebrex”, “Celecox”, “Cilex” κ.α.).
Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές
Η τρέχουσα έρευνα επικεντρώνεται στη διερεύνηση των πιθανών αντικαρκινικών ιδιοτήτων της σελεκοξίμπης και στην αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς της σε άλλες ενδείξεις, όπως η πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου και η θεραπεία της νόσου του Alzheimer. Επιπλέον, διεξάγονται μελέτες για τη βελτιστοποίηση της δοσολογίας και την ανάπτυξη νέων τρόπων χορήγησης της σελεκοξίμπης (φάρμακο “Celebrex”, “Celecox”, “Cilex” κ.α.) για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας (Saxena et al., 2020). Μελλοντικές προοπτικές περιλαμβάνουν την εξατομικευμένη θεραπεία με βάση το γενετικό προφίλ των ασθενών και την ανάπτυξη νέων εκλεκτικών αναστολέων COX-2 με βελτιωμένα χαρακτηριστικά.
Συνοπτικά
Η σελεκοξίμπη (φάρμακο Celebrex, Celecox, Cilex κ.α.) είναι ένας εκλεκτικός αναστολέας COX-2 που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της οστεοαρθρίτιδας, της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και του πόνου. Παρέχει αντιφλεγμονώδη και αναλγητική δράση με μειωμένο κίνδυνο γαστρεντερικών παρενεργειών σε σύγκριση με τα μη εκλεκτικά ΜΣΑΦ. Ωστόσο, έχει συσχετιστεί με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, γεγονός που απαιτεί προσεκτική εκτίμηση των οφελών και των κινδύνων πριν τη συνταγογράφηση. Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της σελεκοξίμπης έχουν τεκμηριωθεί σε κλινικές μελέτες και μετα-αναλύσεις, αν και απαιτούνται περαιτέρω έρευνες για τη μακροχρόνια ασφάλεια και τις πιθανές νέες θεραπευτικές εφαρμογές. Η στενή παρακολούθηση και η εξατομικευμένη προσέγγιση είναι απαραίτητες για τη βελτιστοποίηση των αποτελεσμάτων και την ελαχιστοποίηση των κινδύνων κατά τη χρήση της σελεκοξίμπης.
elpedia.gr
ΠΡΟΣΟΧΗ: Είναι ζωτικής σημασίας να μην λαμβάνετε ποτέ κανένα φαρμακευτικό σκεύασμα χωρίς την επίβλεψη και καθοδήγηση ενός ειδικευμένου ιατρού. Να συμβουλεύεστε πάντοτε το ένθετο φυλλάδιο οδηγιών του εκάστοτε φαρμακευτικού προϊόντος που σας έχει συνταγογραφηθεί, καθώς ο κάθε φαρμακευτικός οίκος περιγράφει με ακρίβεια τις ιδιαίτερες προδιαγραφές που αφορούν το συγκεκριμένο σκεύασμα, και οι οποίες ενδέχεται να επικαιροποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Σημειώνεται ότι οι εμπορικές ονομασίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο αντιστοιχούν σε ευρέως γνωστά φαρμακευτικά σκευάσματα που περιέχουν τις δραστικές ουσίες υπό ανάλυση. Ωστόσο, ενδέχεται να υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τη σύνθεση του εκάστοτε φαρμάκου. Το παρόν άρθρο εστιάζει στην ανάλυση της δραστικής ουσίας και όχι στην εμπορική ονομασία του φαρμάκου. Η αναφορά των εμπορικών ονομασιών γίνεται αποκλειστικά για τη διευκόλυνση των αναγνωστών, οι οποίοι θα πρέπει να μελετούν προσεκτικά το φύλλο οδηγιών κάθε εμπορικού σκευάσματος που χρησιμοποιούν. Είναι απαραίτητο να έχετε στενή συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό σας και τον φαρμακοποιό σας. Η αυτοχορήγηση οποιουδήποτε φαρμάκου εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την υγεία σας και πρέπει να αποφεύγεται ρητά.
Βιβλιογραφία
- Puljak, L., Marin, A., Vrdoljak, D., Markotic, F., & et al. “Gabapentin for chronic neuropathic pain in adults.” Cochrane Database of Systematic Reviews (2017). Link
- Tołoczko-Iwaniuk, N. “Opioids in chronic pain therapy: justified or unjustified risk?” Current Drug Targets 20.3 (2019). Link
- Saxena, P., Sharma, PK., & Purohit, P. “Role of prostaglandins and other lipid mediators in the progression of chronic pain.” Prostaglandins & other lipid mediators (2020). Link