Τι είναι η νιμεσουλίδη (nimesulide)
Η νιμεσουλίδη (nimesulide) είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ). Ως παραδείγματα εμπορικών ονομασιών που περιέχουν νιμεσουλίδη αναφέρονται τα Nimesulide (Ελλάδα), Aulin (Ιταλία), Mesulid (Ινδία), Nimed (Βραζιλία) κ.α. Χρησιμοποιείται για την ανακούφιση από τον πόνο, τον πυρετό και τη φλεγμονή σε διάφορες παθήσεις.
Στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε τα ευρήματα πρόσφατων επιστημονικών ερευνών σχετικά με τις ιδιότητες και τη δράση της νιμεσουλίδης. Συγκεκριμένα, θα εξετάσουμε την επίδραση της γλυκόζης στη σύνδεση της νιμεσουλίδης με την ανθρώπινη αλβουμίνη ορού, καθώς και τη θερμική σταθερότητα της άμορφης νιμεσουλίδης.
Η νιμεσουλίδη ανακαλύφθηκε τη δεκαετία του 1980 και έκτοτε έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως, ιδιαίτερα στην Ευρώπη και την Ασία. Ωστόσο, λόγω ανησυχιών για την ηπατοτοξικότητα, η χρήση της έχει περιοριστεί ή απαγορευτεί σε ορισμένες χώρες. Στην Ελλάδα εξακολουθεί να κυκλοφορεί, αλλά συνιστάται προσοχή και παρακολούθηση κατά τη χρήση της.
Μηχανισμός δράσης, Χημική δομή και Θεραπευτική κατηγορία
Η νιμεσουλίδη ανήκει στην κατηγορία των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (ΜΣΑΦ). Ο κύριος μηχανισμός δράσης της είναι η αναστολή του ενζύμου κυκλοοξυγενάση-2 (COX-2), το οποίο εμπλέκεται στην παραγωγή προσταγλανδινών που προκαλούν φλεγμονή, πόνο και πυρετό.
Η χημική δομή της νιμεσουλίδης περιλαμβάνει έναν αρωματικό δακτύλιο συνδεδεμένο με μια σουλφονική ομάδα. Συγκεκριμένα, ο χημικός της τύπος είναι C13H12N2O5S και το μοριακό της βάρος 308,31 g/mol.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα των Soares et al. (“Insights into the effect of glucose on the binding between human serum albumin and the nonsteroidal anti-inflammatory drug nimesulide”), η νιμεσουλίδη συνδέεται με την ανθρώπινη αλβουμίνη ορού (HSA) μέσω αυθόρμητης σύνδεσης σε φυσιολογικές συνθήκες. Η παρουσία γλυκόζης φαίνεται να επηρεάζει ελαφρώς θετικά το φαρμακοκινητικό προφίλ της νιμεσουλίδης, βελτιώνοντας τη σταθερότητα του συμπλόκου HSA-νιμεσουλίδης.
Επιπλέον, οι Svoboda et al. (“Thermal stability of amorphous nimesulide: from glass formation to crystal growth and thermal degradation”) μελέτησαν τη θερμική σταθερότητα της άμορφης νιμεσουλίδης. Βρέθηκε ότι η θερμοκρασία υαλώδους μετάπτωσης είναι 10-15°C και ότι η κρυσταλλική ανάπτυξη εξαρτάται σημαντικά από την παρουσία μηχανικών ατελειών.
Ενδείξεις για τη Νιμεσουλίδη
Η νιμεσουλίδη χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση:
- Οξέος πόνου διαφόρων αιτιολογιών
- Πρωτοπαθούς δυσμηνόρροιας
- Οδονταλγίας
- Μετεγχειρητικού πόνου
- Οξείας ουρικής αρθρίτιδας
- Τραυματισμών μαλακών μορίων
- Φλεγμονωδών και εκφυλιστικών παθήσεων του μυοσκελετικού συστήματος
Αντενδείξεις και Προφυλάξεις
Η νιμεσουλίδη αντενδείκνυται σε:
- Ασθενείς με γνωστή υπερευαισθησία στη δραστική ουσία
- Ιστορικό ηπατοτοξικών αντιδράσεων σε ΜΣΑΦ
- Ενεργό πεπτικό έλκος ή αιμορραγία
- Σοβαρή ηπατική ή νεφρική ανεπάρκεια
- Αιμορραγικές διαταραχές
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους
- Ηλικιωμένοι: Αυξημένος κίνδυνος ανεπιθύμητων ενεργειών. Απαιτείται προσεκτική παρακολούθηση.
- Παιδιά: Η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα δεν έχουν τεκμηριωθεί επαρκώς.
- Έγκυες: Αντενδείκνυται κατά το 3ο τρίμηνο της κύησης. Χρήση μόνο εάν είναι απολύτως απαραίτητο στο 1ο και 2ο τρίμηνο.
Είναι απαραίτητο οι ασθενείς να ακολουθούν πιστά τις οδηγίες του φαρμακοποιού και του γιατρού τους.
Δοσολογία και χορήγηση
- Ενήλικες: 100 mg δύο φορές ημερησίως μετά τα γεύματα
- Μέγιστη διάρκεια θεραπείας: 15 ημέρες ανά θεραπευτικό κύκλο
- Η χορήγηση πρέπει να γίνεται στη χαμηλότερη αποτελεσματική δόση για το συντομότερο χρονικό διάστημα
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση νιμεσουλίδης;
- Λάβετε τη δόση αμέσως μόλις το θυμηθείτε
- Αν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, παραλείψτε τη δόση που ξεχάσατε
- Μη διπλασιάζετε τη δόση για να αναπληρώσετε τη δόση που παραλείψατε
- Σε περίπτωση αμφιβολίας, συμβουλευτείτε το γιατρό ή το φαρμακοποιό σας
Υπερδοσολογία
Η υπερδοσολογία νιμεσουλίδης (φάρμακο Nimesulide, Aulin, Mesulid, Nimed κ.α.) μπορεί να προκαλέσει:
- Υπνηλία
- Ναυτία και έμετο
- Γαστρεντερική αιμορραγία
- Αύξηση της αρτηριακής πίεσης
- Οξεία νεφρική ανεπάρκεια
- Αναπνευστική καταστολή
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας απαιτείται άμεση ιατρική φροντίδα και υποστηρικτική αγωγή. Δεν υπάρχει ειδικό αντίδοτο.
Παρενέργειες
Συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν:
- Γαστρεντερικές διαταραχές (δυσπεψία, διάρροια)
- Ηπατοτοξικότητα
- Δερματικά εξανθήματα
- Ζάλη, κεφαλαλγία
- Αύξηση χρόνου αιμορραγίας
Σπανιότερα μπορεί να εμφανιστούν σοβαρές αντιδράσεις όπως αναφυλαξία ή σύνδρομο Stevens-Johnson.
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
- Αντιπηκτικά: Αυξημένος κίνδυνος αιμορραγίας
- Διουρητικά: Μειωμένη αποτελεσματικότητα και νεφροτοξικότητα
- Λίθιο: Αυξημένα επίπεδα λιθίου στο αίμα
- Μεθοτρεξάτη: Αυξημένη τοξικότητα μεθοτρεξάτης
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
- Αλκοόλ: Αυξημένος κίνδυνος γαστρεντερικής αιμορραγίας
- Τροφές πλούσιες σε βιταμίνη Κ: Πιθανή μείωση αντιπηκτικής δράσης
- Χυμός γκρέιπφρουτ: Πιθανή αύξηση των επιπέδων του φαρμάκου στο αίμα
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στη νιμεσουλίδη δεν αποτελεί συνήθως κλινικό πρόβλημα, καθώς ο μηχανισμός δράσης της βασίζεται στην αναστολή της κυκλοοξυγενάσης-2 (COX-2). Ωστόσο, η μακροχρόνια χρήση μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη αποτελεσματικότητα λόγω προσαρμογής του οργανισμού.
Προκλινικές μελέτες σε πειραματόζωα έχουν δείξει ότι η νιμεσουλίδη έχει καλό προφίλ ασφάλειας σε θεραπευτικές δόσεις. Ωστόσο, παρατηρήθηκαν ηπατοτοξικές και νεφροτοξικές επιδράσεις σε υψηλότερες δόσεις. Κλινικές μελέτες σε ανθρώπους επιβεβαίωσαν την αποτελεσματικότητα της νιμεσουλίδης στην αντιμετώπιση του πόνου και της φλεγμονής, με σχετικά χαμηλή συχνότητα γαστρεντερικών παρενεργειών συγκριτικά με άλλα ΜΣΑΦ.
Μετεγκριτικές μελέτες και δεδομένα φαρμακοεπαγρύπνησης έχουν αναδείξει σπάνιες αλλά σοβαρές ηπατικές αντιδράσεις, οδηγώντας σε περιορισμούς στη χρήση της νιμεσουλίδης σε αρκετές χώρες. Στην Ελλάδα, η χορήγησή της επιτρέπεται μόνο με ιατρική συνταγή και για περιορισμένο χρονικό διάστημα.
Όσον αφορά τα φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά, η νιμεσουλίδη απορροφάται ταχέως από το γαστρεντερικό σύστημα, επιτυγχάνοντας μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα εντός 2-3 ωρών μετά τη χορήγηση. Συνδέεται σε υψηλό ποσοστό (>95%) με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, κυρίως την αλβουμίνη.
Σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη των Soares et al. (“Insights into the effect of glucose on the binding between human serum albumin and the nonsteroidal anti-inflammatory drug nimesulide”), η παρουσία γλυκόζης φαίνεται να επηρεάζει ελαφρώς τη σύνδεση της νιμεσουλίδης με την ανθρώπινη αλβουμίνη ορού. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές αναφέρουν ότι “σε υπεργλυκαιμικές συνθήκες η συγγένεια σύνδεσης της νιμεσουλίδης με την HSA μεταβλήθηκε”. Αυτό υποδεικνύει ότι τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα μπορεί να επηρεάζουν τη φαρμακοκινητική της νιμεσουλίδης, ιδιαίτερα σε διαβητικούς ασθενείς.
Ο μεταβολισμός της νιμεσουλίδης πραγματοποιείται κυρίως στο ήπαρ μέσω του ενζυμικού συστήματος του κυτοχρώματος P450. Ο κύριος μεταβολίτης είναι η 4-υδροξυνιμεσουλίδη, η οποία διατηρεί φαρμακολογική δράση. Η απέκκριση γίνεται κυρίως μέσω των ούρων, με χρόνο ημιζωής περίπου 3-4 ώρες.
Αποτελεσματικότητα
Η νιμεσουλίδη (φάρμακο Nimesulide, Aulin, Mesulid, Nimed κ.α.) έχει αποδείξει την αποτελεσματικότητά της στην αντιμετώπιση διαφόρων επώδυνων και φλεγμονωδών καταστάσεων. Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις έχουν αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια αυτού του μη στεροειδούς αντιφλεγμονώδους φαρμάκου σε σύγκριση με άλλες θεραπευτικές επιλογές.
Μια εκτενής μετα-ανάλυση που συμπεριέλαβε δεδομένα από 25 τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες κατέδειξε ότι η νιμεσουλίδη παρουσιάζει συγκρίσιμη αναλγητική δράση με άλλα ευρέως χρησιμοποιούμενα ΜΣΑΦ, όπως η ιβουπροφένη και η δικλοφενάκη, στην αντιμετώπιση του οξέος πόνου. Επιπλέον, η νιμεσουλίδη επέδειξε ταχύτερη έναρξη δράσης, με σημαντική ανακούφιση του πόνου εντός 15-30 λεπτών μετά τη χορήγηση.
Στον τομέα της οστεοαρθρίτιδας, μια συστηματική ανασκόπηση 12 κλινικών δοκιμών ανέδειξε την αποτελεσματικότητα της νιμεσουλίδης στη μείωση του πόνου και τη βελτίωση της λειτουργικότητας των αρθρώσεων. Οι ασθενείς που έλαβαν νιμεσουλίδη παρουσίασαν σημαντική βελτίωση στις κλίμακες αξιολόγησης πόνου και στους δείκτες ποιότητας ζωής συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητά της δεν διέφερε σημαντικά από άλλα ΜΣΑΦ στη μακροχρόνια διαχείριση της οστεοαρθρίτιδας.
Στον τομέα της δυσμηνόρροιας, μια μετα-ανάλυση 8 τυχαιοποιημένων κλινικών δοκιμών κατέδειξε την υπεροχή της νιμεσουλίδης έναντι του εικονικού φαρμάκου στην ανακούφιση του πόνου και τη βελτίωση της λειτουργικότητας. Η αποτελεσματικότητά της ήταν συγκρίσιμη με αυτή άλλων ΜΣΑΦ, όπως η ναπροξένη και η μεφαιναμικό οξύ.
Παρά την αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα, οι ανησυχίες σχετικά με την ηπατοτοξικότητα έχουν οδηγήσει σε περιορισμούς στη χρήση της νιμεσουλίδης σε πολλές χώρες. Μια μεγάλη επιδημιολογική μελέτη που διεξήχθη στην Ιταλία, όπου η νιμεσουλίδη χρησιμοποιείται ευρέως, έδειξε ότι ο κίνδυνος σοβαρής ηπατικής βλάβης ήταν υψηλότερος με τη νιμεσουλίδη συγκριτικά με άλλα ΜΣΑΦ. Αυτό οδήγησε τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων να συστήσει περιορισμό της χρήσης της σε βραχυχρόνια θεραπεία οξέος πόνου.
Οι τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις επικεντρώνονται στην καλύτερη κατανόηση του μηχανισμού δράσης της νιμεσουλίδης και στην ανάπτυξη στρατηγικών για τη μείωση του κινδύνου ηπατοτοξικότητας. Μια πρόσφατη μελέτη των Soares et al. διερεύνησε την επίδραση της γλυκόζης στη σύνδεση της νιμεσουλίδης με την ανθρώπινη αλβουμίνη ορού. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι “σε υπεργλυκαιμικές συνθήκες, η συγγένεια σύνδεσης της νιμεσουλίδης με την HSA μεταβλήθηκε”. Αυτό το εύρημα υποδεικνύει ότι τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα μπορεί να επηρεάζουν τη φαρμακοκινητική της νιμεσουλίδης, ιδιαίτερα σε διαβητικούς ασθενείς.
Επιπλέον, οι Svoboda et al. μελέτησαν τη θερμική σταθερότητα της άμορφης νιμεσουλίδης, παρέχοντας νέες γνώσεις σχετικά με τη συμπεριφορά του φαρμάκου σε διαφορετικές θερμοκρασίες. Οι ερευνητές ανέφεραν ότι “η θερμοκρασία υαλώδους μετάπτωσης βρέθηκε να είναι 10-15°C” και ότι “η κρυσταλλική ανάπτυξη από την άμορφη φάση βρέθηκε να εξαρτάται σημαντικά από την παρουσία μηχανικών ατελειών”. Αυτές οι πληροφορίες μπορεί να είναι χρήσιμες για τη βελτιστοποίηση της σταθερότητας και της βιοδιαθεσιμότητας των σκευασμάτων νιμεσουλίδης.
Οι μελλοντικές προοπτικές στην έρευνα της νιμεσουλίδης περιλαμβάνουν την ανάπτυξη νέων μορφών χορήγησης με στόχο τη μείωση των συστημικών παρενεργειών. Για παράδειγμα, η χρήση νανοτεχνολογίας για τη στοχευμένη χορήγηση της νιμεσουλίδης στους φλεγμονώδεις ιστούς θα μπορούσε να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα και να μειώσει τις ανεπιθύμητες ενέργειες. Επιπλέον, η ανάπτυξη συνδυασμών νιμεσουλίδης με άλλους παράγοντες, όπως αντιοξειδωτικά ή ηπατοπροστατευτικές ουσίες, ερευνάται ως πιθανή στρατηγική για τη βελτίωση του προφίλ ασφάλειας του φαρμάκου.
Η έρευνα επίσης επικεντρώνεται στην αποσαφήνιση των μοριακών μηχανισμών που ευθύνονται για την ηπατοτοξικότητα της νιμεσουλίδης. Πρόσφατες μελέτες υποδεικνύουν ότι η παραγωγή δραστικών μεταβολιτών και η επαγωγή οξειδωτικού στρες στα ηπατοκύτταρα μπορεί να παίζουν σημαντικό ρόλο. Η κατανόηση αυτών των μηχανισμών θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάπτυξη στρατηγικών πρόληψης ή έγκαιρης ανίχνευσης της ηπατικής βλάβης σε ασθενείς που λαμβάνουν νιμεσουλίδη.
Επιπρόσθετα, η φαρμακογενετική προσέγγιση αποτελεί ένα πολλά υποσχόμενο πεδίο έρευνας. Η ταυτοποίηση γενετικών πολυμορφισμών που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ηπατοτοξικότητας ή μειωμένη αποτελεσματικότητα της νιμεσουλίδης θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο εξατομικευμένη και ασφαλή χρήση του φαρμάκου.
Συμπερασματικά, η νιμεσουλίδη παραμένει ένα αποτελεσματικό αντιφλεγμονώδες και αναλγητικό φάρμακο, αλλά οι ανησυχίες σχετικά με την ασφάλειά της έχουν περιορίσει τη χρήση της. Οι τρέχουσες και μελλοντικές έρευνες στοχεύουν στην καλύτερη κατανόηση των μηχανισμών δράσης και τοξικότητας, καθώς και στην ανάπτυξη ασφαλέστερων και πιο αποτελεσματικών μορφών του φαρμάκου. Η συνεχής αξιολόγηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου και η προσεκτική παρακολούθηση των ασθενών παραμένουν απαραίτητες για την ασφαλή χρήση της νιμεσουλίδης στην κλινική πρακτική.
Συνοπτικά
Η νιμεσουλίδη (φάρμακο Nimesulide, Aulin, Mesulid, Nimed κ.α.) είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο με αναλγητικές και αντιπυρετικές ιδιότητες. Δρα κυρίως μέσω της αναστολής της κυκλοοξυγενάσης-2, μειώνοντας την παραγωγή προσταγλανδινών. Χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση οξέος πόνου, δυσμηνόρροιας και φλεγμονωδών καταστάσεων. Παρά την αποτελεσματικότητά της, η χρήση της έχει περιοριστεί λόγω ανησυχιών για ηπατοτοξικότητα. Πρόσφατες έρευνες εστιάζουν στην κατανόηση των μηχανισμών δράσης και τοξικότητας, καθώς και στην ανάπτυξη ασφαλέστερων μορφών χορήγησης. Η σύνδεσή της με την αλβουμίνη ορού επηρεάζεται από τα επίπεδα γλυκόζης, ενώ η θερμική της σταθερότητα έχει μελετηθεί εκτενώς. Η νιμεσουλίδη παραμένει διαθέσιμη σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, αλλά απαιτείται προσεκτική παρακολούθηση και βραχυχρόνια χρήση. Η συνεχής αξιολόγηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου είναι απαραίτητη για την ασφαλή χρήση της στην κλινική πρακτική.
elpedia.gr
ΠΡΟΣΟΧΗ: Είναι ζωτικής σημασίας να μην λαμβάνετε ποτέ κανένα φαρμακευτικό σκεύασμα χωρίς την επίβλεψη και καθοδήγηση ειδικευμένου ιατρού. Να συμβουλεύεστε πάντοτε το ένθετο φυλλάδιο οδηγιών του εκάστοτε φαρμακευτικού προϊόντος που σας έχει συνταγογραφηθεί, καθώς ο κάθε φαρμακευτικός οίκος περιγράφει με ακρίβεια τις ιδιαίτερες προδιαγραφές που αφορούν το συγκεκριμένο σκεύασμα, και οι οποίες ενδέχεται να επικαιροποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Σημειώνεται ότι οι εμπορικές ονομασίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο αντιστοιχούν σε ευρέως γνωστά φαρμακευτικά σκευάσματα που περιέχουν της δραστικές ουσίες υπό ανάλυση. Ωστόσο, ενδέχεται να υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τη σύνθεση του εκάστοτε φαρμάκου. Το παρόν άρθρο εστιάζει στην ανάλυση της δραστικής ουσίας και όχι στην εμπορική ονομασία του φαρμάκου. Η αναφορά των εμπορικών ονομασιών γίνεται αποκλειστικά για τη διευκόλυνση των αναγνωστών, οι οποίοι θα πρέπει να μελετούν προσεκτικά το φύλλο οδηγιών κάθε εμπορικού σκευάσματος που χρησιμοποιούν. Είναι απαραίτητο να έχετε στενή συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό και τον φαρμακοποιό σας. Η αυτοχορήγηση οποιουδήποτε φαρμάκου εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την υγεία σας και πρέπει να αποφεύγεται ρητά.
Βιβλιογραφία
- Chen, L., Shen, L., Chen, Y., Luo, Z., Ren, Z., Li, R., & Du, C. (2022). Solubility Profile and Intermolecular Force Analysis of Nimesulide (Form I) in Mono-and Mixed Solvents at Several Temperatures. Journal of Chemical & Engineering Data, 67(12), 3700-3708. pubs.acs.org
- Soares, M. A. G., de Aquino, P. A., Costa, T., Serpa, C., & Chaves, O. A. (2024). Insights into the effect of glucose on the binding between human serum albumin and the nonsteroidal anti-inflammatory drug nimesulide. International Journal of Biological Macromolecules, 265, 131148. sciencedirect.com
- Svoboda, R., Macháčková, J., Nevyhoštěná, M., & Komersová, A. (2024). Thermal stability of amorphous nimesulide: from glass formation to crystal growth and thermal degradation. Physical Chemistry Chemical Physics, 26(4), 856-872. pubs.rsc.org
Συχνές Ερωτήσεις
Τι είναι το Nimesulide και πώς δρα;
Το Nimesulide είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ). Δρα αναστέλλοντας την παραγωγή προσταγλανδινών, μειώνοντας έτσι τον πόνο και τη φλεγμονή. Χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση οξέος πόνου και φλεγμονωδών καταστάσεων. Πάντα συμβουλευτείτε το γιατρό σας πριν τη χρήση.
Ποιες είναι οι κύριες παρενέργειες του Nimesulide;
Οι συχνότερες παρενέργειες του Nimesulide περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές, ζάλη και δερματικά εξανθήματα. Υπάρχει επίσης κίνδυνος ηπατοτοξικότητας. Γι' αυτό απαιτείται προσεκτική παρακολούθηση κατά τη χρήση. Ενημερώστε άμεσα το γιατρό σας για τυχόν ανεπιθύμητες ενέργειες.
Πόσο συχνά μπορώ να παίρνω το Nimesulide;
Η συνήθης δοσολογία του Nimesulide είναι 100 mg δύο φορές την ημέρα, για μέγιστο διάστημα 15 ημερών. Ωστόσο, η ακριβής δοσολογία εξαρτάται από την κατάσταση του ασθενούς. Ακολουθήστε πάντα τις οδηγίες του γιατρού σας και μην υπερβαίνετε τη συνιστώμενη δόση.
Μπορώ να πάρω Nimesulide κατά την εγκυμοσύνη ή το θηλασμό;
Το Nimesulide αντενδείκνυται κατά το τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Στο πρώτο και δεύτερο τρίμηνο, καθώς και κατά το θηλασμό, πρέπει να χορηγείται μόνο εάν είναι απολύτως απαραίτητο. Συμβουλευτείτε πάντα το γιατρό σας πριν τη χρήση οποιουδήποτε φαρμάκου κατά την εγκυμοσύνη ή το θηλασμό.