Λοραζεπάμη: φάρμακο Tavor | Παρενέργειες | Οδηγίες Χρήσεως | Πληροφορίες

Φάρμακο Tavor (λοραζεπάμη): Αποτελεσματικό αγχολυτικό φάρμακο

Τι είναι η λοραζεπάμη (lorazepam)

Η λοραζεπάμη (lorazepam) είναι ένα αγχολυτικό και ηρεμιστικό φάρμακο που ανήκει στην κατηγορία των βενζοδιαζεπινών. Στην Ελλάδα κυκλοφορεί με την εμπορική ονομασία Tavor, ενώ σε άλλες χώρες είναι γνωστή ως Ativan (ΗΠΑ), Temesta (Γαλλία), Orfidal (Ισπανία) κ.α. Η λοραζεπάμη χρησιμοποιείται κυρίως για τη βραχυπρόθεσμη αντιμετώπιση του άγχους, της αϋπνίας και των κρίσεων πανικού. Επιπλέον, έχει εφαρμογές στην αντιμετώπιση της διέγερσης σε κλινικά περιβάλλοντα, όπως αναφέρεται στη συστηματική ανασκόπηση των Amore et al. (“Treatment of agitation with lorazepam in clinical practice: a systematic review”). Η χρήση της λοραζεπάμης στην Ελλάδα είναι διαδεδομένη, ιδιαίτερα για τη θεραπεία αγχωδών διαταραχών που είναι συχνές στον ελληνικό πληθυσμό. Ωστόσο, η χορήγησή της απαιτεί προσοχή λόγω του κινδύνου εξάρτησης και των πιθανών παρενεργειών.

Μηχανισμός δράσης, Χημική δομή και Θεραπευτική κατηγορία

Η λοραζεπάμη ανήκει στην κατηγορία των βενζοδιαζεπινών, μια ομάδα ψυχοτρόπων φαρμάκων με αγχολυτικές, υπνωτικές και μυοχαλαρωτικές ιδιότητες. Ο μηχανισμός δράσης της βασίζεται στην ενίσχυση της δραστηριότητας του γ-αμινοβουτυρικού οξέος (GABA), του κύριου ανασταλτικού νευροδιαβιβαστή στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Συγκεκριμένα, η λοραζεπάμη συνδέεται με τους υποδοχείς GABA-A, αυξάνοντας τη διαπερατότητα των νευρώνων στα ιόντα χλωρίου και προκαλώντας υπερπόλωση των κυτταρικών μεμβρανών. Αυτό οδηγεί σε καταστολή της νευρικής δραστηριότητας και εκδήλωση των θεραπευτικών αποτελεσμάτων.

Η χημική δομή της λοραζεπάμης χαρακτηρίζεται από έναν βενζοδιαζεπινικό δακτύλιο με προσθήκη ενός ατόμου χλωρίου και μιας υδροξυλομάδας. Αυτή η δομή της προσδίδει υψηλή λιποφιλικότητα, επιτρέποντας την ταχεία απορρόφηση και διείσδυση στον εγκέφαλο. Η θεραπευτική της κατηγορία περιλαμβάνει τα αγχολυτικά, υπνωτικά και μυοχαλαρωτικά φάρμακα. Πρόσφατες έρευνες, όπως αυτή των Theodosis-Nobelos et al. (“Active anti-inflammatory and hypolipidemic derivatives of lorazepam”), διερευνούν πιθανές αντιφλεγμονώδεις και υπολιπιδαιμικές ιδιότητες παραγώγων της λοραζεπάμης, διευρύνοντας το φάσμα των πιθανών θεραπευτικών εφαρμογών της.

Ενδείξεις για το φάρμακο Tavor

  • Βραχυπρόθεσμη θεραπεία του άγχους
  • Αντιμετώπιση κρίσεων πανικού
  • Θεραπεία αϋπνίας
  • Προεγχειρητική αγωγή για μείωση του άγχους
  • Αντιμετώπιση επιληπτικών κρίσεων σε οξείες καταστάσεις
  • Διαχείριση συμπτωμάτων στέρησης από το αλκοόλ

Αντενδείξεις και Προφυλάξεις

  • Υπερευαισθησία στη λοραζεπάμη ή σε άλλες βενζοδιαζεπίνες
  • Σοβαρή αναπνευστική ανεπάρκεια
  • Σύνδρομο άπνοιας ύπνου
  • Βαριά μυασθένεια
  • Οξεία δηλητηρίαση από αλκοόλ ή άλλες κατασταλτικές ουσίες
  • Ιστορικό εξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες ή αλκοόλ

Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους

Οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά και οι έγκυες γυναίκες πρέπει να λαμβάνουν το Tavor μόνο υπό αυστηρή ιατρική παρακολούθηση. Η χρήση σε αυτές τις ομάδες απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή λόγω αυξημένου κινδύνου παρενεργειών και πιθανών επιπτώσεων στην ανάπτυξη. Είναι απαραίτητο να ακολουθούν πιστά τις οδηγίες του φαρμακοποιού και του θεράποντος ιατρού.

Δοσολογία και χορήγηση

  • Η συνήθης δόση για ενήλικες κυμαίνεται από 1 έως 4 mg ημερησίως, διαιρεμένη σε 2-3 δόσεις
  • Για ηλικιωμένους ή ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία, η αρχική δόση είναι συνήθως 0,5-1 mg/ημέρα
  • Η μέγιστη ημερήσια δόση δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 6 mg
  • Η διάρκεια της θεραπείας πρέπει να είναι όσο το δυνατόν βραχύτερη, συνήθως όχι περισσότερο από 4 εβδομάδες

Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση λοραζεπάμης;

  • Εάν παραλείψετε μια δόση, λάβετέ την το συντομότερο δυνατό
  • Αν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη προγραμματισμένη δόση, παραλείψτε τη δόση που ξεχάσατε
  • Μη διπλασιάζετε τη δόση για να αναπληρώσετε τη δόση που παραλείψατε
  • Σε περίπτωση αμφιβολίας, συμβουλευτείτε τον ιατρό ή τον φαρμακοποιό σας

 

Υπερδοσολογία

Η υπερδοσολογία λοραζεπάμης (φάρμακο Tavor, Ativan, Temesta, Orfidal κ.α.) μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν υπνηλία, σύγχυση, αταξία και κώμα σε ακραίες περιπτώσεις. Η αναπνευστική καταστολή αποτελεί την πιο επικίνδυνη επιπλοκή, ιδιαίτερα όταν συνδυάζεται με άλλες κατασταλτικές ουσίες. Η αντιμετώπιση απαιτεί άμεση ιατρική παρέμβαση, με υποστηρικτική φροντίδα και πιθανή χορήγηση του ανταγωνιστή φλουμαζενίλη.

Παρενέργειες

Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν:

  • Υπνηλία και ζάλη
  • Αδυναμία και κόπωση
  • Αταξία και μυϊκή αδυναμία
  • Διαταραχές μνήμης και συγκέντρωσης
  • Παράδοξες αντιδράσεις (διέγερση, επιθετικότητα)

Σπανιότερα, μπορεί να εμφανιστούν αλλεργικές αντιδράσεις, διαταραχές της λίμπιντο και παραισθήσεις.

Αλληλεπιδράσεις

Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου

Η λοραζεπάμη αλληλεπιδρά με πολλές ουσίες, αυξάνοντας τον κίνδυνο παρενεργειών:

  • Οπιοειδή αναλγητικά: ενίσχυση της καταστολής
  • Αντιψυχωσικά: αυξημένος κίνδυνος υπότασης
  • Αντικαταθλιπτικά: πιθανή ενίσχυση της καταστολής
  • Αντιισταμινικά: αθροιστική κατασταλτική δράση

Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής

  • Αλκοόλ: ενίσχυση της κατασταλτικής δράσης
  • Χυμός γκρέιπφρουτ: πιθανή αύξηση των επιπέδων λοραζεπάμης στο αίμα
  • Καφεΐνη: μερική αναστροφή της ηρεμιστικής δράσης

Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες

Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στη λοραζεπάμη αποτελεί σημαντικό ζήτημα κατά τη μακροχρόνια χρήση. Οι ασθενείς συχνά χρειάζονται αυξημένες δόσεις για να επιτύχουν το ίδιο θεραπευτικό αποτέλεσμα, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο εξάρτησης. Η σταδιακή μείωση της δόσης είναι απαραίτητη για την αποφυγή συμπτωμάτων απόσυρσης.

Προκλινικές μελέτες σε πειραματόζωα έχουν αναδείξει την αποτελεσματικότητα της λοραζεπάμης στη μείωση του άγχους και την πρόκληση ύπνου. Ωστόσο, έχουν επίσης εγείρει ανησυχίες σχετικά με πιθανές μακροπρόθεσμες επιδράσεις στη γνωστική λειτουργία και τη μνήμη.

Κλινικές μελέτες έχουν επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητα της λοραζεπάμης στη βραχυπρόθεσμη θεραπεία του άγχους και της αϋπνίας. Οι Suchandra et al. (“Revisiting lorazepam challenge test: Clinical response with dose variations and utility for catatonia in a psychiatric emergency setting”) διερεύνησαν τη χρήση της λοραζεπάμης σε καταστάσεις ψυχιατρικής έκτακτης ανάγκης, αναδεικνύοντας τη σημασία της εξατομικευμένης δοσολογίας.

Μετεγκριτικές μελέτες έχουν επισημάνει τη σημασία της προσεκτικής χρήσης σε ηλικιωμένους ασθενείς, λόγω αυξημένου κινδύνου πτώσεων και γνωστικής έκπτωσης. Επιπλέον, έχουν αναδείξει την ανάγκη για στενή παρακολούθηση των ασθενών με ιστορικό κατάχρησης ουσιών.

Η φαρμακοεπαγρύπνηση παίζει κρίσιμο ρόλο στην ασφαλή χρήση της λοραζεπάμης. Συνεχής παρακολούθηση και αναφορά ανεπιθύμητων ενεργειών συμβάλλουν στη βελτίωση του προφίλ ασφάλειας του φαρμάκου. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην αναγνώριση σπάνιων αλλά σοβαρών παρενεργειών, όπως οι παράδοξες αντιδράσεις.

Τα φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά της λοραζεπάμης περιλαμβάνουν ταχεία απορρόφηση από το γαστρεντερικό σύστημα, με μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα εντός 2 ωρών μετά την από του στόματος χορήγηση. Ο χρόνος ημίσειας ζωής κυμαίνεται μεταξύ 10-20 ωρών, επιτρέποντας δοσολογία δύο φορές ημερησίως. Η λοραζεπάμη μεταβολίζεται κυρίως στο ήπαρ μέσω γλυκουρονιδίωσης και απεκκρίνεται στα ούρα.

 

Αποτελεσματικότητα λοραζεπάμης (φάρμακο Tavor, Ativan, Temesta, Orfidal κ.α.)

Η αποτελεσματικότητα της λοραζεπάμης στη θεραπεία αγχωδών διαταραχών και αϋπνίας έχει τεκμηριωθεί εκτενώς μέσω πολυάριθμων κλινικών μελετών και συστηματικών ανασκοπήσεων. Η ταχεία έναρξη δράσης και η σχετικά μικρή διάρκεια δράσης καθιστούν τη λοραζεπάμη ιδιαίτερα χρήσιμη για την αντιμετώπιση οξέων επεισοδίων άγχους και παροδικής αϋπνίας.

Συστηματικές ανασκοπήσεις έχουν αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα της λοραζεπάμης σε σύγκριση με άλλες βενζοδιαζεπίνες και εναλλακτικές θεραπείες. Οι Amore et al. διερεύνησαν τη χρήση της λοραζεπάμης στην αντιμετώπιση της διέγερσης σε κλινικά περιβάλλοντα, επισημαίνοντας την αποτελεσματικότητά της σε καταστάσεις οξείας διέγερσης. Η μελέτη ανέδειξε τη σημασία της εξατομικευμένης προσέγγισης στη δοσολογία, καθώς η ανταπόκριση των ασθενών μπορεί να ποικίλλει σημαντικά.

Μετα-αναλύσεις έχουν συγκρίνει την αποτελεσματικότητα διαφόρων αγχολυτικών φαρμάκων, συμπεριλαμβανομένης της λοραζεπάμης, στη θεραπεία γενικευμένης αγχώδους διαταραχής και διαταραχής πανικού. Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι η λοραζεπάμη είναι εξίσου αποτελεσματική με άλλες βενζοδιαζεπίνες βραχείας δράσης στην ταχεία ανακούφιση των συμπτωμάτων άγχους. Ωστόσο, οι ίδιες μελέτες τονίζουν την ανάγκη για προσοχή στη μακροχρόνια χρήση, λόγω του κινδύνου ανάπτυξης ανοχής και εξάρτησης.

Οι τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις επικεντρώνονται στη βελτιστοποίηση της χρήσης της λοραζεπάμης σε συγκεκριμένους πληθυσμούς ασθενών και κλινικά σενάρια. Μια αναδυόμενη περιοχή έρευνας αφορά τη χρήση της λοραζεπάμης σε γηριατρικούς ασθενείς με άνοια και συνυπάρχουσα αγχώδη διαταραχή. Οι ερευνητές διερευνούν τρόπους για την ελαχιστοποίηση των γνωστικών παρενεργειών, διατηρώντας παράλληλα την αγχολυτική αποτελεσματικότητα.

Επιπλέον, η έρευνα στρέφεται προς την ανάπτυξη νέων σκευασμάτων λοραζεπάμης με βελτιωμένα φαρμακοκινητικά προφίλ. Οι Theodosis-Nobelos et al. διερεύνησαν παράγωγα της λοραζεπάμης με πιθανές αντιφλεγμονώδεις και υπολιπιδαιμικές ιδιότητες, ανοίγοντας νέους ορίζοντες για τη θεραπευτική χρήση της ουσίας πέρα από τις παραδοσιακές της ενδείξεις.

Οι μελλοντικές προοπτικές στην έρευνα της λοραζεπάμης περιλαμβάνουν τη διερεύνηση εναλλακτικών οδών χορήγησης για ταχύτερη έναρξη δράσης σε επείγουσες καταστάσεις. Η ανάπτυξη ρινικών σπρέι και διαδερμικών συστημάτων χορήγησης βρίσκεται υπό μελέτη, με στόχο τη βελτίωση της βιοδιαθεσιμότητας και τη μείωση των συστηματικών παρενεργειών.

Επιπρόσθετα, η έρευνα επικεντρώνεται στην κατανόηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της χρόνιας χρήσης λοραζεπάμης στη γνωστική λειτουργία και την ποιότητα ζωής των ασθενών. Μακροχρόνιες προοπτικές μελέτες βρίσκονται σε εξέλιξη για την αξιολόγηση των πιθανών κινδύνων ανάπτυξης άνοιας σε ηλικιωμένους χρήστες.

Η εξατομίκευση της θεραπείας αποτελεί επίσης σημαντικό πεδίο έρευνας. Οι επιστήμονες διερευνούν φαρμακογενετικούς δείκτες που θα μπορούσαν να προβλέψουν την ανταπόκριση στη λοραζεπάμη και τον κίνδυνο ανάπτυξης παρενεργειών. Αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο στοχευμένη και ασφαλή χρήση του φαρμάκου.

Η αποτελεσματικότητα της λοραζεπάμης σε συνδυασμό με ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις, όπως η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία, αποτελεί επίσης αντικείμενο τρέχουσας έρευνας. Οι μελέτες διερευνούν κατά πόσο η βραχυπρόθεσμη χρήση λοραζεπάμης μπορεί να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας σε ασθενείς με σοβαρό άγχος.

Τέλος, η έρευνα στρέφεται προς την ανάπτυξη νέων μορίων με παρόμοιο μηχανισμό δράσης με τη λοραζεπάμη, αλλά με βελτιωμένο προφίλ ασφάλειας και μειωμένο κίνδυνο εξάρτησης. Αυτές οι προσπάθειες στοχεύουν στη διατήρηση των θεραπευτικών πλεονεκτημάτων των βενζοδιαζεπινών, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τις ανεπιθύμητες ενέργειες.

Η αποτελεσματικότητα της λοραζεπάμης στην αντιμετώπιση της κατατονίας αποτελεί ένα ενδιαφέρον πεδίο έρευνας, όπως αναδεικνύεται από τη μελέτη των Suchandra et al. Η έρευνα υπογραμμίζει τη σημασία της προσεκτικής τιτλοποίησης της δόσης για τη βέλτιστη θεραπευτική απόκριση σε αυτή την πολύπλοκη ψυχιατρική κατάσταση.

Συμπερασματικά, η λοραζεπάμη παραμένει ένα σημαντικό εργαλείο στη φαρμακευτική αντιμετώπιση του άγχους και της αϋπνίας. Ωστόσο, η συνεχιζόμενη έρευνα στοχεύει στη βελτιστοποίηση της χρήσης της, την ανάπτυξη ασφαλέστερων εναλλακτικών και την κατανόηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεών της. Η εξισορρόπηση μεταξύ θεραπευτικής αποτελεσματικότητας και ασφάλειας παραμένει ο κύριος στόχος στην εξέλιξη της θεραπείας με λοραζεπάμη και παρόμοιες ουσίες.

 

Συνοπτικά

Η λοραζεπάμη (φάρμακο Tavor, Ativan, Temesta, Orfidal κ.α.) αποτελεί ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο αγχολυτικό και ηρεμιστικό φάρμακο της κατηγορίας των βενζοδιαζεπινών. Χαρακτηρίζεται από ταχεία έναρξη δράσης και βραχεία διάρκεια, καθιστώντας την αποτελεσματική στην αντιμετώπιση οξέων επεισοδίων άγχους και παροδικής αϋπνίας. Η θεραπευτική της αξία έχει τεκμηριωθεί σε πολυάριθμες κλινικές μελέτες, ενώ παράλληλα έχει αναδειχθεί η αποτελεσματικότητά της στη διαχείριση της διέγερσης σε ψυχιατρικά πλαίσια. Ωστόσο, η χρήση της απαιτεί προσοχή λόγω του κινδύνου ανάπτυξης ανοχής και εξάρτησης. Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις επικεντρώνονται στη βελτιστοποίηση της χρήσης της σε ειδικούς πληθυσμούς, την ανάπτυξη νέων σκευασμάτων με βελτιωμένο προφίλ ασφάλειας και τη διερεύνηση πιθανών νέων θεραπευτικών εφαρμογών. Η εξατομίκευση της θεραπείας και η κατανόηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της χρόνιας χρήσης αποτελούν κεντρικούς άξονες της τρέχουσας επιστημονικής έρευνας.

elpedia.gr

 

ΠΡΟΣΟΧΗ: Είναι ζωτικής σημασίας να μην λαμβάνετε ποτέ κανένα φαρμακευτικό σκεύασμα χωρίς την επίβλεψη και καθοδήγηση ειδικευμένου ιατρού. Να συμβουλεύεστε πάντοτε το ένθετο φυλλάδιο οδηγιών του εκάστοτε φαρμακευτικού προϊόντος που σας έχει συνταγογραφηθεί, καθώς ο κάθε φαρμακευτικός οίκος περιγράφει με ακρίβεια τις ιδιαίτερες προδιαγραφές που αφορούν το συγκεκριμένο σκεύασμα, και οι οποίες ενδέχεται να επικαιροποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Σημειώνεται ότι οι εμπορικές ονομασίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο αντιστοιχούν σε ευρέως γνωστά φαρμακευτικά σκευάσματα που περιέχουν της δραστικές ουσίες υπό ανάλυση. Ωστόσο, ενδέχεται να υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τη σύνθεση του εκάστοτε φαρμάκου. Το παρόν άρθρο εστιάζει στην ανάλυση της δραστικής ουσίας και όχι στην εμπορική ονομασία του φαρμάκου. Η αναφορά των εμπορικών ονομασιών γίνεται αποκλειστικά για τη διευκόλυνση των αναγνωστών, οι οποίοι θα πρέπει να μελετούν προσεκτικά το φύλλο οδηγιών κάθε εμπορικού σκευάσματος που χρησιμοποιούν. Είναι απαραίτητο να έχετε στενή συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό και τον φαρμακοποιό σας. Η αυτοχορήγηση οποιουδήποτε φαρμάκου εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την υγεία σας και πρέπει να αποφεύγεται ρητά.

Βιβλιογραφία

  • Amore, M., D’Andrea, A., & Fagiolini, A. (2021). Treatment of agitation with lorazepam in clinical practice: a systematic review. Frontiers in Psychiatry, 12, 628965. frontiersin.org
  • Suchandra, H. H., Reddi, V. S. K., & et al. (2021). Revisiting lorazepam challenge test: Clinical response with dose variations and utility for catatonia in a psychiatric emergency setting. Australian & New Zealand Journal of Psychiatry. journals.sagepub.com
  • Theodosis-Nobelos, P., Papagiouvannis, G., & et al. (2019). Active anti-inflammatory and hypolipidemic derivatives of lorazepam. Molecules, 24(18), 3277. www.mdpi.com

Συχνές Ερωτήσεις

Τι είναι το Tavor και πώς δρα;

Το Tavor είναι εμπορική ονομασία της λοραζεπάμης, μιας βενζοδιαζεπίνης με αγχολυτική και ηρεμιστική δράση. Ενισχύει τη δραστηριότητα του νευροδιαβιβαστή GABA στον εγκέφαλο, μειώνοντας το άγχος και προκαλώντας χαλάρωση. Συμβουλευτείτε τον ιατρό σας για περισσότερες πληροφορίες.

Ποιες είναι οι κύριες παρενέργειες του Tavor;

Συχνές παρενέργειες του Tavor περιλαμβάνουν υπνηλία, ζάλη και αδυναμία συγκέντρωσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει σύγχυση ή παράδοξες αντιδράσεις όπως διέγερση. Η μακροχρόνια χρήση ενέχει κίνδυνο εξάρτησης. Συζητήστε με τον ιατρό σας για πλήρη ενημέρωση.

Πόσο διαρκεί η δράση του Tavor;

Η δράση του Tavor ξεκινά συνήθως εντός 30-60 λεπτών και διαρκεί 6-8 ώρες. Ωστόσο, η διάρκεια μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με τη δόση και τον μεταβολισμό του ατόμου. Ακολουθείτε πάντα τις οδηγίες του ιατρού σας για τη σωστή χρήση.

Μπορώ να πιω αλκοόλ ενώ παίρνω Tavor;

Η κατανάλωση αλκοόλ κατά τη λήψη Tavor αντενδείκνυται έντονα. Ο συνδυασμός μπορεί να ενισχύσει επικίνδυνα την κατασταλτική δράση και να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες. Συμβουλευτείτε τον ιατρό σας για ασφαλή χρήση του φαρμάκου.

Πώς μπορώ να σταματήσω το Tavor με ασφάλεια;

Η διακοπή του Tavor πρέπει να γίνεται σταδιακά και υπό ιατρική παρακολούθηση. Η απότομη διακοπή μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα απόσυρσης. Ο ιατρός σας θα σχεδιάσει ένα εξατομικευμένο πλάνο σταδιακής μείωσης της δόσης για ασφαλή διακοπή.

Zeen is a next generation WordPress theme. It’s powerful, beautifully designed and comes with everything you need to engage your visitors and increase conversions.