Τι είναι η κλινδαμυκίνη;
Η κλινδαμυκίνη (clindamycin) είναι ένα ημισυνθετικό αντιβιοτικό που ανήκει στην κατηγορία των λινκοσαμιδών. Κυκλοφορεί υπό διάφορες εμπορικές ονομασίες, όπως το φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά. Στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε πληροφορίες από ιατρικές έρευνες και επιστημονικά περιοδικά σχετικά με τη δραστική ουσία κλινδαμυκίνη.
Η κλινδαμυκίνη είναι ένα ευρέως φάσματος αντιβιοτικό που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία ποικίλων βακτηριακών λοιμώξεων, ιδίως αυτών που προκαλούνται από αναερόβια βακτήρια και ορισμένα gram-θετικά αερόβια βακτήρια. Χορηγείται συνήθως από το στόμα ή ενδοφλεβίως, ενώ υπάρχουν και τοπικά σκευάσματα για δερματικές παθήσεις, όπως η ακμή. Παρά την αποτελεσματικότητά της, η κλινδαμυκίνη πρέπει να συνταγογραφείται και να λαμβάνεται με προσοχή, καθώς ενίοτε συνδέεται με σοβαρές παρενέργειες όπως η ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα.
Θεραπευτική κατηγορία
Η κλινδαμυκίνη ανήκει στην κατηγορία των αντιβιοτικών που ονομάζονται λινκοσαμίδες. Αυτά τα αντιβιοτικά παρεμποδίζουν την ανάπτυξη των βακτηρίων αναστέλλοντας τη σύνθεση πρωτεϊνών, η οποία είναι απαραίτητη για την επιβίωση και τον πολλαπλασιασμό τους. Οι λινκοσαμίδες, συμπεριλαμβανομένης της κλινδαμυκίνης, χρησιμοποιούνται συχνά ως εναλλακτική επιλογή των β-λακταμικών αντιβιοτικών σε ασθενείς με αλλεργία στην πενικιλίνη (DRP Guay, “Topical clindamycin in the management of acne vulgaris”).
Χημική δομή και ιδιότητες
Η κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, κ.ά.) είναι ένα ημισυνθετικό παράγωγο της λινκομυκίνης, ενός φυσικού αντιβιοτικού που παράγεται από τον μύκητα Streptomyces lincolnensis. Η χημική της δομή περιλαμβάνει έναν εξαμελή δακτύλιο με ένα άτομο θείου και διάφορες πλευρικές αλυσίδες. Λόγω αυτής της δομής, η κλινδαμυκίνη είναι μια λιποφιλική ένωση με καλή βιοδιαθεσιμότητα και ικανότητα διείσδυσης στους ιστούς.
Μηχανισμός δράσης
Ο μηχανισμός δράσης της κλινδαμυκίνης αφορά την αναστολή της πρωτεϊνικής σύνθεσης στα βακτήρια. Πιο συγκεκριμένα, η κλινδαμυκίνη προσδένεται στην 50S υπομονάδα του βακτηριακού ριβοσώματος, εμποδίζοντας την επιμήκυνση της πολυπεπτιδικής αλυσίδας κατά τη μετάφραση του mRNA. Αυτή η αναστολή της πρωτεϊνοσύνθεσης έχει ως αποτέλεσμα τη βακτηριοστατική δράση της κλινδαμυκίνης, δηλαδή την παρεμπόδιση του πολλαπλασιασμού και της ανάπτυξης των βακτηρίων (I Luchian et al., “Clindamycin as an alternative option in optimizing periodontal therapy”).
Ενδείξεις χρήσης
Η κλινδαμυκίνη ενδείκνυται για τη θεραπεία διαφόρων βακτηριακών λοιμώξεων, ειδικά αυτών που προκαλούνται από ευαίσθητα στελέχη αναερόβιων βακτηρίων και ορισμένων gram-θετικών αερόβιων βακτηρίων. Οι συχνότερες ενδείξεις περιλαμβάνουν:
- Λοιμώξεις του δέρματος και των μαλακών μορίων, όπως κυτταρίτιδα, αποστήματα και μολυσμένα τραύματα
- Οδοντικές λοιμώξεις, όπως περιοδοντίτιδα και οδοντικά αποστήματα
- Λοιμώξεις της πυέλου, όπως ενδομητρίτιδα και φλεγμονώδης νόσος της πυέλου
- Ενδοκοιλιακές λοιμώξεις, όπως περιτονίτιδα και ενδοκοιλιακά αποστήματα
- Λοιμώξεις των οστών και των αρθρώσεων, όπως οστεομυελίτιδα
Σε μια τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη, η κλινδαμυκίνη αποδείχθηκε εξίσου αποτελεσματική με την τριμεθοπρίμη-σουλφαμεθοξαζόλη για τη θεραπεία μη επιπλεγμένων δερματικών λοιμώξεων (LG Miller et al., “Clindamycin versus trimethoprim–sulfamethoxazole for uncomplicated skin infections”). Ωστόσο, η χρήση της κλινδαμυκίνης πρέπει πάντα να γίνεται υπό ιατρική καθοδήγηση, λαμβάνοντας υπόψη τα πιθανά οφέλη και τους κινδύνους για κάθε ασθενή.
Προειδοποιήσεις
Προφυλάξεις πριν τη λήψη του φαρμάκου κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.)
Πριν ξεκινήσετε τη θεραπεία με κλινδαμυκίνη, είναι σημαντικό να ενημερώσετε τον γιατρό σας εάν:
- Έχετε ιστορικό φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, όπως ελκώδης κολίτιδα ή νόσος του Crohn
- Έχετε αλλεργία στην κλινδαμυκίνη ή σε άλλες λινκοσαμίδες
- Έχετε ηπατική ή νεφρική δυσλειτουργία
- Είστε έγκυος, σκοπεύετε να μείνετε έγκυος ή θηλάζετε
Οι ασθενείς με ιστορικό γαστρεντερικών διαταραχών πρέπει να παρακολουθούνται στενά κατά τη διάρκεια της θεραπείας με κλινδαμυκίνη, καθώς ενδέχεται να αυξηθεί ο κίνδυνος ψευδομεμβρανώδους κολίτιδας (Guay).
Αντενδείξεις
Η κλινδαμυκίνη αντενδείκνυται σε ασθενείς με γνωστή υπερευαισθησία στο φάρμακο ή σε άλλες λινκοσαμίδες. Επιπλέον, δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς με ιστορικό ψευδομεμβρανώδους κολίτιδας που σχετίζεται με τη χρήση κλινδαμυκίνης ή άλλων αντιβιοτικών.
Τι πρέπει να αποφύγετε
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με κλινδαμυκίνη, οι ασθενείς πρέπει να αποφεύγουν:
- Την κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών, καθώς μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο γαστρεντερικών παρενεργειών
- Την έκθεση σε ηλιακή ακτινοβολία ή σε τεχνητό μαύρισμα, καθώς η κλινδαμυκίνη μπορεί να αυξήσει την ευαισθησία του δέρματος στο φως
- Τη χρήση άλλων φαρμάκων, συμπληρωμάτων ή βοτάνων χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τον γιατρό, λόγω πιθανών αλληλεπιδράσεων
Δοσολογία και χορήγηση του φαρμάκου κλινδαμυκίνη
Η δοσολογία της κλινδαμυκίνης (φάρμακο Dalacin C, Klimicin κ.ά.) εξαρτάται από τη σοβαρότητα και το είδος της λοίμωξης, την ηλικία και το σωματικό βάρος του ασθενούς, καθώς και τη νεφρική και ηπατική λειτουργία. Οι συνήθεις δόσεις για ενήλικες κυμαίνονται από 150-450 mg ανά 6 ώρες για από του στόματος χορήγηση και 600-1200 mg ανά 6-8 ώρες για ενδοφλέβια χορήγηση. Ωστόσο, η δοσολογία πρέπει πάντα να εξατομικεύεται από τον θεράποντα ιατρό.
Οδοί και τρόποι χορήγησης
Η κλινδαμυκίνη μπορεί να χορηγηθεί:
- Από το στόμα, με τη μορφή καψακίων ή πόσιμου εναιωρήματος
- Ενδοφλεβίως, με βραδεία έγχυση
- Τοπικά, ως κρέμα, γέλη ή διάλυμα για δερματικές παθήσεις όπως η ακμή
Σε μια τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη, η τοπική εφαρμογή κλινδαμυκίνης αποδείχθηκε αποτελεσματική στη θεραπεία της ακμής, με σημαντική μείωση των φλεγμονωδών βλαβών (Guay). Ανεξαρτήτως της οδού χορήγησης, οι ασθενείς πρέπει να ακολουθούν πιστά τις οδηγίες του γιατρού τους σχετικά με τη δοσολογία και τη διάρκεια της θεραπείας, ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα και να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος ανεπιθύμητων ενεργειών.
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση του φαρμάκου κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.);
Εάν παραλείψετε μια δόση κλινδαμυκίνης, λάβετε την παραλειφθείσα δόση το συντομότερο δυνατό. Ωστόσο, εάν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, παραλείψτε τη δόση που ξεχάσατε και συνεχίστε με το κανονικό σας δοσολογικό πρόγραμμα. Μην πάρετε διπλή δόση για να αναπληρώσετε τη δόση που παραλείψατε, καθώς αυτό μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο παρενεργειών. Σε περίπτωση αμφιβολίας, συμβουλευτείτε τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας για περαιτέρω οδηγίες.
Υπερδοσολογία
Τα συμπτώματα υπερδοσολογίας κλινδαμυκίνης μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Γαστρεντερικές διαταραχές, όπως ναυτία, έμετο και διάρροια
- Νευρολογικά συμπτώματα, όπως πονοκέφαλο, ζάλη και αστάθεια
- Αλλεργικές αντιδράσεις, όπως εξάνθημα, κνησμό και οίδημα
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, επικοινωνήστε αμέσως με τον γιατρό σας ή με το τοπικό κέντρο δηλητηριάσεων. Η διαχείριση της υπερδοσολογίας μπορεί να περιλαμβάνει γαστρική πλύση, χορήγηση ενεργού άνθρακα και υποστηρικτική φροντίδα για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων.
Ανεπιθύμητες Ενέργειες του φαρμάκου κλινδαμυκίνη
Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες της κλινδαμυκίνης περιλαμβάνουν:
- Γαστρεντερικές διαταραχές, όπως ναυτία, έμετο, διάρροια και κοιλιακό άλγος
- Ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα, μια σοβαρή φλεγμονή του παχέος εντέρου που μπορεί να εμφανιστεί κατά τη διάρκεια ή μετά τη θεραπεία
- Δερματικές αντιδράσεις, όπως εξάνθημα, κνησμός και κνίδωση
- Μυκητιασικές λοιμώξεις, όπως στοματική καντιντίαση ή κολπική καντιντίαση
Σε σπάνιες περιπτώσεις, η κλινδαμυκίνη μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες, όπως ηπατοτοξικότητα, ουδετεροπενία ή σύνδρομο Stevens-Johnson (Luchian et al.). Εάν παρουσιάσετε οποιεσδήποτε ανησυχητικές ή επίμονες παρενέργειες, επικοινωνήστε αμέσως με τον γιατρό σας.
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
Η κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Klimicin κ.ά.) μπορεί να αλληλεπιδράσει με άλλα φάρμακα, όπως:
- Νευρομυϊκούς αποκλειστές, αυξάνοντας τον κίνδυνο αναπνευστικής καταστολής
- Ερυθρομυκίνη, οδηγώντας σε ανταγωνιστικές αλληλεπιδράσεις και μειωμένη αποτελεσματικότητα
- Βαρφαρίνη, αυξάνοντας τον κίνδυνο αιμορραγίας
Ενημερώστε τον γιατρό σας για όλα τα φάρμακα, τα συμπληρώματα και τα βότανα που λαμβάνετε πριν ξεκινήσετε τη θεραπεία με κλινδαμυκίνη.
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
Η κλινδαμυκίνη μπορεί να ληφθεί με ή χωρίς τροφή. Ωστόσο, η λήψη του φαρμάκου με το φαγητό μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του στομαχικού ερεθισμού. Αποφύγετε την κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων ασβεστίου ή αντιόξινων που περιέχουν μαγνήσιο ή αργίλιο κατά τη διάρκεια της θεραπείας, καθώς μπορεί να μειώσουν την απορρόφηση της κλινδαμυκίνης (Miller et al.).
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους και παιδιά
Η χρήση της κλινδαμυκίνης (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.) σε ηλικιωμένους ασθενείς απαιτεί προσοχή, καθώς αυτός ο πληθυσμός μπορεί να είναι πιο επιρρεπής σε ανεπιθύμητες ενέργειες, ιδιαίτερα στην ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα. Οι ηλικιωμένοι με ιστορικό γαστρεντερικών διαταραχών ή παρατεταμένη θεραπεία με κλινδαμυκίνη έχουν αυξημένο κίνδυνο. Η προσαρμογή της δόσης μπορεί να είναι απαραίτητη σε ασθενείς με νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία.
Στα παιδιά, η κλινδαμυκίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή, ειδικά σε νεογνά και βρέφη, λόγω του αυξημένου κινδύνου ανεπιθύμητων ενεργειών. Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα σε παιδιά κάτω των 3 μηνών δεν έχουν τεκμηριωθεί πλήρως. Η δοσολογία πρέπει να προσαρμόζεται ανάλογα με το σωματικό βάρος και την ηλικία του παιδιού.
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Η ευρεία χρήση της κλινδαμυκίνης μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών βακτηρίων, γεγονός που μειώνει την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου. Η ανθεκτικότητα στην κλινδαμυκίνη έχει αναφερθεί σε διάφορα βακτήρια, όπως ο Staphylococcus aureus, ο Bacteroides fragilis και ο Clostridium difficile. Η ορθολογική χρήση των αντιβιοτικών, συμπεριλαμβανομένης της κλινδαμυκίνης, είναι απαραίτητη για τον περιορισμό της εξάπλωσης της ανθεκτικότητας (Luchian et al.).
Κλινικές μελέτες του φαρμάκου κλινδαμυκίνη
Πολυάριθμες κλινικές μελέτες έχουν αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της κλινδαμυκίνης σε διάφορες ενδείξεις. Σε μια τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή, η κλινδαμυκίνη αποδείχθηκε εξίσου αποτελεσματική με την τριμεθοπρίμη-σουλφαμεθοξαζόλη στη θεραπεία μη επιπλεγμένων δερματικών λοιμώξεων (Miller et al.). Άλλες μελέτες έχουν επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητα της κλινδαμυκίνης σε οδοντικές, γυναικολογικές και ενδοκοιλιακές λοιμώξεις.
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Η κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.) έχει συγκριθεί με άλλα αντιβιοτικά σε διάφορες κλινικές καταστάσεις. Σε μια μετα-ανάλυση, η κλινδαμυκίνη ήταν εξίσου αποτελεσματική με τη λινκομυκίνη και την ερυθρομυκίνη στη θεραπεία της οξείας οδοντογενούς λοίμωξης. Ωστόσο, η κλινδαμυκίνη συσχετίστηκε με υψηλότερα ποσοστά ανεπιθύμητων γαστρεντερικών ενεργειών σε σύγκριση με την ερυθρομυκίνη. Η επιλογή του αντιβιοτικού πρέπει να βασίζεται στο προφίλ ευαισθησίας του εμπλεκόμενου βακτηρίου, το ιστορικό αλλεργίας του ασθενούς και τους πιθανούς κινδύνους και οφέλη.
Φαρμακολογικά χαρακτηριστικά της κλινδαμυκίνης (φάρμακο Dalacin C, Klimicin κ.ά.)
Η κλινδαμυκίνη είναι διαθέσιμη σε διάφορες μορφές, όπως κάψουλες, πόσιμο διάλυμα και ενέσιμο διάλυμα. Η βιοδιαθεσιμότητα της από του στόματος κλινδαμυκίνης είναι περίπου 90%, με μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα να επιτυγχάνονται εντός 1 ώρας μετά τη χορήγηση. Η κλινδαμυκίνη μεταβολίζεται εκτενώς στο ήπαρ και απεκκρίνεται κυρίως στα κόπρανα. Ο χρόνος ημίσειας ζωής είναι περίπου 2-3 ώρες, γεγονός που επιτρέπει τη χορήγηση κάθε 6-8 ώρες. Λόγω του μεταβολισμού στο ήπαρ, ενδέχεται να απαιτείται προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία (Guay).
Συνοπτικά
Η κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.) είναι ένα ημισυνθετικό αντιβιοτικό της οικογένειας των λινκοσαμιδών που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία διαφόρων βακτηριακών λοιμώξεων. Αναστέλλει την πρωτεϊνική σύνθεση στα βακτήρια, εμφανίζοντας κυρίως βακτηριοστατική δράση. Ενδείκνυται για λοιμώξεις του δέρματος, των οστών, της πυέλου και της κοιλιακής χώρας, ενώ χορηγείται από το στόμα, ενδοφλεβίως ή τοπικά. Παρά την αποτελεσματικότητά της, η κλινδαμυκίνη μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως γαστρεντερικές διαταραχές και ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα. Απαιτείται προσοχή σε ηλικιωμένους και παιδιά, ενώ η ανάπτυξη βακτηριακής αντοχής αποτελεί μείζον πρόβλημα. Η επιλογή και η δοσολογία της κλινδαμυκίνης πρέπει να εξατομικεύονται από τον θεράποντα ιατρό, λαμβάνοντας υπόψη τα οφέλη και τους κινδύνους για κάθε ασθενή.
elpedia.gr
ΠΡΟΣΟΧΗ: Είναι ζωτικής σημασίας να μην λαμβάνετε ποτέ κανένα φαρμακευτικό σκεύασμα χωρίς την επίβλεψη και καθοδήγηση ενός ειδικευμένου ιατρού. Να συμβουλεύεστε πάντοτε το ένθετο φυλλάδιο οδηγιών του εκάστοτε φαρμακευτικού προϊόντος που σας έχει συνταγογραφηθεί, καθώς ο κάθε φαρμακευτικός οίκος περιγράφει με ακρίβεια τις ιδιαίτερες προδιαγραφές που αφορούν το συγκεκριμένο σκεύασμα, και οι οποίες ενδέχεται να επικαιροποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Σημειώνεται ότι οι εμπορικές ονομασίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο αντιστοιχούν σε ευρέως γνωστά φαρμακευτικά σκευάσματα που περιέχουν τις δραστικές ουσίες υπό ανάλυση. Ωστόσο, ενδέχεται να υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τη σύνθεση του εκάστοτε φαρμάκου. Το παρόν άρθρο εστιάζει στην ανάλυση της δραστικής ουσίας και όχι στην εμπορική ονομασία του φαρμάκου. Η αναφορά των εμπορικών ονομασιών γίνεται αποκλειστικά για τη διευκόλυνση των αναγνωστών, οι οποίοι θα πρέπει να μελετούν προσεκτικά το φύλλο οδηγιών κάθε εμπορικού σκευάσματος που χρησιμοποιούν. Είναι απαραίτητο να έχετε στενή συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό σας και τον φαρμακοποιό σας. Η αυτοχορήγηση οποιουδήποτε φαρμάκου εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την υγεία σας και πρέπει να αποφεύγεται ρητά.
Βιβλιογραφία
- Miller, L. G., Daum, R. S., Creech, C. B., Young, D., Downing, M. D., Eells, S. J., Pettibone, S., Hoagland, R. J., & Chambers, H. F. (2015). Clindamycin versus trimethoprim–sulfamethoxazole for uncomplicated skin infections. New England Journal of Medicine, 372(12), 1093-1103. nejm
- Luchian, I., Goriuc, A., Martu, M. A., & Covasa, M. (2021). Clindamycin as an alternative option in optimizing periodontal therapy. Antibiotics, 10(7), 814. mdpi
- Guay, D. R. (2007). Topical clindamycin in the management of acne vulgaris. Expert Opinion on Pharmacotherapy, 8(15), 2625-2664. tandfonline
Συχνές Ερωτήσεις
Τι είναι η κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.);
Η κλινδαμυκίνη είναι ένα ημισυνθετικό αντιβιοτικό της κατηγορίας των λινκοσαμιδών που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία διαφόρων βακτηριακών λοιμώξεων. Πάντα να συμβουλεύεστε το γιατρό σας πριν τη λήψη της κλινδαμυκίνης.
Πώς δρα η κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.);
Η κλινδαμυκίνη αναστέλλει την πρωτεϊνική σύνθεση των βακτηρίων προσδενόμενη στο ριβόσωμά τους, παρεμποδίζοντας έτσι την ανάπτυξη και τον πολλαπλασιασμό τους. Συμβουλευτείτε πάντα το γιατρό σας για τη σωστή χρήση της κλινδαμυκίνης.
Για ποιες παθήσεις χρησιμοποιείται η κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.);
Η κλινδαμυκίνη χρησιμοποιείται για τη θεραπεία λοιμώξεων του δέρματος, των μαλακών μορίων, των οδοντικών αποστημάτων, της πυέλου και των οστών που προκαλούνται από ευαίσθητα βακτήρια. Πάντα να ζητάτε ιατρική συμβουλή πριν τη χρήση της κλινδαμυκίνης.
Ποιες είναι οι συνήθεις παρενέργειες της κλινδαμυκίνης (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.);
Οι συχνότερες παρενέργειες της κλινδαμυκίνης περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, έμετο, διάρροια), ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα, δερματικές αντιδράσεις (εξάνθημα, κνησμός) και μυκητιασικές λοιμώξεις. Επικοινωνήστε με το γιατρό σας εάν εμφανίσετε ανησυχητικές παρενέργειες από τη χρήση της κλινδαμυκίνης.
Πώς χορηγείται η κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.);
Η κλινδαμυκίνη μπορεί να χορηγηθεί από το στόμα (καψάκια, εναιώρημα), ενδοφλεβίως (με έγχυση) ή τοπικά (κρέμα, γέλη, διάλυμα) ανάλογα με τη λοίμωξη. Ο γιατρός σας θα καθορίσει την κατάλληλη οδό χορήγησης και δοσολογία της κλινδαμυκίνης.
Τι πρέπει να προσέξω πριν τη λήψη κλινδαμυκίνης (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.);
Ενημερώστε το γιατρό σας εάν έχετε ιστορικό φλεγμονωδών νόσων του εντέρου, αλλεργίας στις λινκοσαμίδες, ηπατικής ή νεφρικής δυσλειτουργίας, εγκυμοσύνης ή θηλασμού πριν ξεκινήσετε τη θεραπεία με κλινδαμυκίνη. Ο γιατρός θα αξιολογήσει τους κινδύνους και τα οφέλη της κλινδαμυκίνης στην περίπτωσή σας.
Μπορεί η κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.) να αλληλεπιδράσει με άλλα φάρμακα;
Η κλινδαμυκίνη μπορεί να αλληλεπιδράσει με νευρομυϊκούς αποκλειστές, ερυθρομυκίνη, βαρφαρίνη και άλλα φάρμακα. Ενημερώστε το γιατρό σας για όλα τα φάρμακα, συμπληρώματα και βότανα που παίρνετε πριν ξεκινήσετε τη θεραπεία με κλινδαμυκίνη για να αποφύγετε πιθανές αλληλεπιδράσεις.
Ποιες είναι οι συστάσεις για ηλικιωμένους και παιδιά σχετικά με την κλινδαμυκίνη (φάρμακο Dalacin C, Cleocin, Klimicin κ.ά.);
Οι ηλικιωμένοι και τα παιδιά μπορεί να είναι πιο επιρρεπείς σε ανεπιθύμητες ενέργειες από την κλινδαμυκίνη, ιδίως στην ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα. Η δοσολογία πρέπει να προσαρμόζεται ανάλογα με την ηλικία, το βάρος και τη νεφρική/ηπατική λειτουργία. Συμβουλευτείτε το γιατρό σας για την ασφαλή χρήση της κλινδαμυκίνης σε αυτούς τους πληθυσμούς.