Τι είναι η αφλιβερσέπτη;
Η αφλιβερσέπτη (aflibercept) είναι μια ανασυνδυασμένη πρωτεΐνη σύντηξης που χρησιμοποιείται ως φάρμακο για τη θεραπεία ορισμένων τύπων καρκίνου. Ένα δημοφιλές εμπορικό σκεύασμα που περιέχει αφλιβερσέπτη είναι το φάρμακο Zaltrap, ενώ κυκλοφορούν και άλλα όπως τα Eylea, Elelyso κ.α. Η παρούσα ανάλυση βασίζεται σε πληροφορίες από επιστημονικά περιοδικά και ιατρικές έρευνες που μελετούν τη δράση και τις ιδιότητες της αφλιβερσέπτης.
Η αφλιβερσέπτη, γνωστή και ως VEGF TRAP στην επιστημονική βιβλιογραφία, αποτελείται από συνδετικές μοίρες του αγγειακού ενδοθηλιακού αυξητικού παράγοντα (VEGF) προερχόμενες από τα εξωκυττάρια τμήματα των ανθρώπινων υποδοχέων VEGF 1 και 2, ενωμένες με την Fc μοίρα της ανθρώπινης ανοσοσφαιρίνης IgG1. Δρα αναστέλλοντας την ενεργοποίηση των υποδοχέων VEGF και τον πολλαπλασιασμό των ενδοθηλιακών κυττάρων, περιορίζοντας έτσι την ανάπτυξη νέων αιμοφόρων αγγείων που τροφοδοτούν τους όγκους με οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά (Ciombor et al., 2013).
Θεραπευτική κατηγορία
Η αφλιβερσέπτη ανήκει στην κατηγορία των αντι-αγγειογενετικών παραγόντων, οι οποίοι στοχεύουν στην αναστολή της ανάπτυξης νέων αιμοφόρων αγγείων στους όγκους. Συγκεκριμένα, η αφλιβερσέπτη δρα ως αναστολέας του VEGF, ενός σηματοδοτικού μορίου που διεγείρει την αγγειογένεση.
Χημική δομή και ιδιότητες
Η αφλιβερσέπτη είναι μια ανασυνδυασμένη πρωτεΐνη σύντηξης που αποτελείται από τμήματα των εξωκυττάριων μοιρών των ανθρώπινων υποδοχέων VEGF 1 και 2, συνδεδεμένα με την Fc περιοχή της ανθρώπινης ανοσοσφαιρίνης IgG1. Αυτή η χιμαιρική δομή επιτρέπει στην αφλιβερσέπτη να προσδένεται με υψηλή συγγένεια στον VEGF, εμποδίζοντας την αλληλεπίδρασή του με τους φυσικούς υποδοχείς του.
Μηχανισμός δράσης
Ο κύριος μηχανισμός δράσης της αφλιβερσέπτης είναι η αναστολή της σηματοδότησης του VEGF. Ο VEGF είναι ένας ισχυρός προ-αγγειογενετικός παράγοντας που προάγει τον πολλαπλασιασμό, τη μετανάστευση και την επιβίωση των ενδοθηλιακών κυττάρων, οδηγώντας στο σχηματισμό νέων αιμοφόρων αγγείων. Η αφλιβερσέπτη, δεσμεύοντας τον VEGF, εμποδίζει την ενεργοποίηση των υποδοχέων του και κατ’ επέκταση την ανάπτυξη παθολογικών αγγείων που υποστηρίζουν την ανάπτυξη και εξάπλωση των όγκων (Sarwar et al., 2016).
Ενδείξεις χρήσης
Η αφλιβερσέπτη (φάρμακο Zaltrap, Elelyso κ.α.) ενδείκνυται κυρίως για τη θεραπεία του μεταστατικού ορθοκολικού καρκίνου, σε συνδυασμό με χημειοθεραπευτικά σχήματα που περιέχουν 5-φθοριοουρακίλη, λευκοβορίνη και ιρινοτεκάνη (FOLFIRI). Έχει λάβει έγκριση για χρήση σε ασθενείς των οποίων η νόσος έχει εμφανίσει εξέλιξη παρά την προηγούμενη θεραπεία με οξαλιπλατίνη (Diabetic Retinopathy Clinical Research Network, 2015). Επιπλέον, η αφλιβερσέπτη μελετάται και για άλλες ογκολογικές ενδείξεις, όπως ο καρκίνος του πνεύμονα, του μαστού και των ωοθηκών.
Προειδοποιήσεις
Προφυλάξεις πριν τη λήψη του φαρμάκου αφλιβερσέπτη (φάρμακο Zaltrap, Eylea, Elelyso κ.α.)
Πριν την έναρξη της θεραπείας με αφλιβερσέπτη, είναι απαραίτητο να ενημερώσετε τον ιατρό σας για οποιαδήποτε προϋπάρχουσα ιατρική κατάσταση ή φαρμακευτική αγωγή ακολουθείτε. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να αναφέρετε εάν:
- Έχετε ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων σε άλλα φάρμακα ή συστατικά της αφλιβερσέπτης
- Πάσχετε από υπέρταση, καρδιαγγειακά νοσήματα ή διαταραχές του πηκτικού μηχανισμού του αίματος
- Έχετε υποβληθεί πρόσφατα σε χειρουργική επέμβαση ή σχεδιάζετε να υποβληθείτε στο εγγύς μέλλον
- Λαμβάνετε άλλα φάρμακα, συμπεριλαμβανομένων των συμπληρωμάτων διατροφής και των φυτικών σκευασμάτων
Αντενδείξεις
Η χρήση της αφλιβερσέπτης αντενδείκνυται σε ασθενείς με γνωστή υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα του φαρμάκου. Επιπλέον, η θεραπεία δεν συνιστάται σε εγκύους ή θηλάζουσες γυναίκες, καθώς δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα σχετικά με την ασφάλεια του φαρμάκου σε αυτές τις ομάδες ασθενών (Ciombor et al.).
Τι πρέπει να αποφύγετε
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με αφλιβερσέπτη, οι ασθενείς θα πρέπει να αποφεύγουν:
- Την έκθεση σε ισχυρό ηλιακό φως ή σε τεχνητές πηγές υπεριώδους ακτινοβολίας (π.χ. solarium)
- Τη συμμετοχή σε δραστηριότητες που ενέχουν υψηλό κίνδυνο τραυματισμού ή αιμορραγίας
- Την κατανάλωση αλκοόλ ή την πρόσληψη συμπληρωμάτων διατροφής χωρίς προηγούμενη ιατρική συμβουλή
Δοσολογία και χορήγηση του φαρμάκου αφλιβερσέπτη
Η δοσολογία και ο τρόπος χορήγησης της αφλιβερσέπτης καθορίζονται από τον θεράποντα ιατρό, λαμβάνοντας υπόψη το στάδιο και τη βαρύτητα της νόσου, καθώς και τα ατομικά χαρακτηριστικά του ασθενούς. Η συνήθης δόση είναι 4 mg/kg σωματικού βάρους, χορηγούμενη ενδοφλεβίως κάθε 2 εβδομάδες, σε συνδυασμό με χημειοθεραπευτικά σχήματα που περιέχουν ιρινοτεκάνη.
Οδοί και τρόποι χορήγησης
Η αφλιβερσέπτη (φάρμακο Zaltrap, Eylea, Elelyso κ.α.) χορηγείται αποκλειστικά ενδοφλεβίως, μέσω ενός καθετήρα που τοποθετείται σε μια περιφερική ή κεντρική φλέβα. Η έγχυση διαρκεί συνήθως 60 λεπτά και πραγματοποιείται υπό στενή ιατρική παρακολούθηση, σε εξειδικευμένα κέντρα χημειοθεραπείας. Οι ασθενείς παρακολουθούνται για τυχόν ανεπιθύμητες ενέργειες κατά τη διάρκεια και μετά το πέρας της έγχυσης (Diabetic Retinopathy Clinical Research Network). Η θεραπεία με αφλιβερσέπτη έχει συνήθως διάρκεια αρκετών μηνών, ανάλογα με την ανταπόκριση του ασθενούς και την κρίση του θεράποντος ιατρού.
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση του φαρμάκου αφλιβερσέπτη (φάρμακο Zaltrap, Eylea, Elelyso κ.α.);
Σε περίπτωση που παραλείψετε μια προγραμματισμένη δόση αφλιβερσέπτης, επικοινωνήστε άμεσα με τον θεράποντα ιατρό σας για οδηγίες. Μην προσπαθήσετε να αντισταθμίσετε τη χαμένη δόση διπλασιάζοντας την επόμενη, καθώς αυτό μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών. Ο ιατρός σας θα αποφασίσει εάν είναι απαραίτητο να προσαρμόσει το πρόγραμμα χορήγησης ή να συνεχίσει κανονικά με την επόμενη προγραμματισμένη δόση.
Υπερδοσολογία
Η υπερδοσολογία με αφλιβερσέπτη (φάρμακο Zaltrap, Eylea κ.α.) μπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση των γνωστών ανεπιθύμητων ενεργειών του φαρμάκου, όπως η υπέρταση, η πρωτεϊνουρία και οι διαταραχές επούλωσης τραυμάτων. Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, ο ασθενής θα πρέπει να παρακολουθείται στενά για σημεία και συμπτώματα τοξικότητας, ενώ η υποστηρικτική φροντίδα θα πρέπει να παρέχεται ανάλογα με τις ανάγκες. Δεν υπάρχει ειδικό αντίδοτο για την αφλιβερσέπτη (Ciombor et al.).
Ανεπιθύμητες Ενέργειες του φαρμάκου αφλιβερσέπτη
Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες της αφλιβερσέπτης περιλαμβάνουν:
- Υπέρταση
- Πρωτεϊνουρία
- Κόπωση
- Διάρροια
- Στοματίτιδα
- Μειωμένη όρεξη
- Ρινορραγία
- Διαταραχές επούλωσης τραυμάτων
Σπανιότερα, μπορεί να παρατηρηθούν σοβαρότερες ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως:
- Αρτηριακή θρομβοεμβολή
- Γαστρεντερική διάτρηση
- Συρίγγια
- Αιμορραγία
- Υπερευαισθησία
- Καθυστερημένη επούλωση χειρουργικών τραυμάτων
Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνουν αμέσως τον ιατρό τους εάν παρουσιάσουν οποιαδήποτε ανησυχητικά συμπτώματα κατά τη διάρκεια της θεραπείας (Sarwar et al.).
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
Η αφλιβερσέπτη μπορεί να αλληλεπιδράσει με ορισμένα φάρμακα, μεταβάλλοντας την αποτελεσματικότητα ή την ασφάλειά τους. Ειδικότερα, η ταυτόχρονη χρήση αφλιβερσέπτης με τα ακόλουθα φάρμακα θα πρέπει να γίνεται με προσοχή:
- Αντιπηκτικά ή αντιαιμοπεταλιακά φάρμακα, λόγω του αυξημένου κινδύνου αιμορραγίας
- Άλλους αντι-αγγειογενετικούς παράγοντες, καθώς μπορεί να ενισχυθεί η τοξικότητα
- Φάρμακα που μεταβολίζονται από το ένζυμο CYP3A4, καθώς η αφλιβερσέπτη μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδά τους στο αίμα
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
Δεν έχουν αναφερθεί κλινικά σημαντικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ της αφλιβερσέπτης και συγκεκριμένων τροφών. Ωστόσο, οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνουν τον ιατρό τους για οποιεσδήποτε σημαντικές αλλαγές στη διατροφή τους ή εάν σκοπεύουν να λάβουν συμπληρώματα διατροφής, ώστε να αξιολογηθεί η ασφάλεια και η καταλληλότητά τους κατά τη διάρκεια της θεραπείας (Diabetic Retinopathy Clinical Research Network).
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους και παιδιά
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της αφλιβερσέπτης (φάρμακο Zaltrap, Eylea, Elelyso κ.α.) σε ασθενείς ηλικίας άνω των 65 ετών δεν διαφέρει σημαντικά από εκείνη των νεότερων ενηλίκων. Ωστόσο, οι ηλικιωμένοι ασθενείς ενδέχεται να είναι πιο ευαίσθητοι στις ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου, ιδιαίτερα στην υπέρταση και τη λευκωματουρία. Συνεπώς, απαιτείται στενή παρακολούθηση και προσεκτική προσαρμογή της δόσης σε αυτόν τον πληθυσμό (Ciombor et al.).
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της αφλιβερσέπτης σε παιδιά και εφήβους δεν έχουν τεκμηριωθεί. Καθώς ο αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας (VEGF) διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη και την ωρίμανση των αγγείων κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, η αναστολή του με αφλιβερσέπτη θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη και την εξέλιξη του παιδιού.
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Αν και η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στην αφλιβερσέπτη (φάρμακο Zaltrap, Eylea, Elelyso κ.α.) δεν έχει τεκμηριωθεί ευρέως, υπάρχουν ενδείξεις ότι ορισμένοι όγκοι μπορεί να εμφανίσουν προσαρμοστικούς μηχανισμούς που τους επιτρέπουν να ξεπεράσουν την αντι-αγγειογενετική δράση του φαρμάκου. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την ενεργοποίηση εναλλακτικών σηματοδοτικών οδών που προάγουν την αγγειογένεση ή την επιλογή ανθεκτικών κλώνων καρκινικών κυττάρων. Απαιτείται περαιτέρω έρευνα για την κατανόηση των μηχανισμών ανθεκτικότητας και την ανάπτυξη στρατηγικών για την αντιμετώπισή τους.
Κλινικές μελέτες του φαρμάκου αφλιβερσέπτη
Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της αφλιβερσέπτης έχουν αξιολογηθεί σε πολλές κλινικές δοκιμές φάσης III, κυρίως σε ασθενείς με μεταστατικό ορθοκολικό καρκίνο. Η μελέτη VELOUR, για παράδειγμα, έδειξε ότι η προσθήκη αφλιβερσέπτης στη χημειοθεραπεία FOLFIRI βελτίωσε σημαντικά τη συνολική επιβίωση και την επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου σε σύγκριση με τη χημειοθεραπεία μόνο (Diabetic Retinopathy Clinical Research Network).
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Αν και δεν υπάρχουν άμεσες συγκριτικές μελέτες, η αποτελεσματικότητα της αφλιβερσέπτης φαίνεται να είναι παρόμοια με εκείνη άλλων αντι-αγγειογενετικών παραγόντων, όπως το bevacizumab και το ramucirumab, στη θεραπεία του μεταστατικού ορθοκολικού καρκίνου. Ωστόσο, το ακριβές προφίλ οφέλους-κινδύνου μπορεί να διαφέρει μεταξύ αυτών των φαρμάκων, και η επιλογή του κατάλληλου παράγοντα εξαρτάται από τα ατομικά χαρακτηριστικά του ασθενούς και τις προτιμήσεις του ιατρού (Sarwar et al.).
Φαρμακολογικά χαρακτηριστικά
Η αφλιβερσέπτη είναι ένας ανασυνδυασμένος πρωτεϊνικός παράγοντας σύντηξης που αποτελείται από τμήματα των εξωκυττάριων μοιρών των ανθρώπινων υποδοχέων VEGF 1 και 2, συνδεδεμένα με την Fc περιοχή της ανθρώπινης ανοσοσφαιρίνης IgG1. Δεσμεύει και αναστέλλει τη βιολογική δραστικότητα του VEGF-A, του VEGF-B και του PIGF (Placental Growth Factor), εμποδίζοντας την αλληλεπίδρασή τους με τους αντίστοιχους υποδοχείς στην επιφάνεια των ενδοθηλιακών κυττάρων. Η αφλιβερσέπτη χορηγείται ενδοφλεβίως και έχει χρόνο ημίσειας ζωής περίπου 6 ημέρες μετά από μία εφάπαξ δόση. Ο μεταβολισμός της πραγματοποιείται μέσω καταβολικών οδών, παρόμοια με εκείνον των ενδογενών ανοσοσφαιρινών.
Συνοπτικά
Η αφλιβερσέπτη (φάρμακο Zaltrap, Eylea, Elelyso κ.α.) είναι ένας αντι-αγγειογενετικός παράγοντας που αναστέλλει τη δράση του αγγειακού ενδοθηλιακού αυξητικού παράγοντα (VEGF), εμποδίζοντας την ανάπτυξη νέων αιμοφόρων αγγείων στους όγκους. Χρησιμοποιείται κυρίως για τη θεραπεία του μεταστατικού ορθοκολικού καρκίνου σε συνδυασμό με χημειοθεραπευτικά σχήματα. Η αφλιβερσέπτη χορηγείται ενδοφλεβίως και έχει συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες όπως υπέρταση, πρωτεϊνουρία και διαταραχές επούλωσης τραυμάτων. Απαιτείται προσοχή σε ηλικιωμένους ασθενείς και αποφυγή χρήσης σε παιδιά και εγκύους. Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της αφλιβερσέπτης έχουν τεκμηριωθεί σε κλινικές μελέτες, ενώ η πιθανότητα ανάπτυξης ανθεκτικότητας αποτελεί πεδίο περαιτέρω έρευνας. Η επιλογή και η χρήση του φαρμάκου πρέπει να γίνεται πάντα υπό την καθοδήγηση ειδικευμένου ιατρού, λαμβάνοντας υπόψη τα ατομικά χαρακτηριστικά και τις ανάγκες του ασθενούς.
elpedia.gr
ΠΡΟΣΟΧΗ: Είναι ζωτικής σημασίας να μην λαμβάνετε ποτέ κανένα φαρμακευτικό σκεύασμα χωρίς την επίβλεψη και καθοδήγηση ενός ειδικευμένου ιατρού. Να συμβουλεύεστε πάντοτε το ένθετο φυλλάδιο οδηγιών του εκάστοτε φαρμακευτικού προϊόντος που σας έχει συνταγογραφηθεί, καθώς ο κάθε φαρμακευτικός οίκος περιγράφει με ακρίβεια τις ιδιαίτερες προδιαγραφές που αφορούν το συγκεκριμένο σκεύασμα, και οι οποίες ενδέχεται να επικαιροποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Σημειώνεται ότι οι εμπορικές ονομασίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο αντιστοιχούν σε ευρέως γνωστά φαρμακευτικά σκευάσματα που περιέχουν τις δραστικές ουσίες υπό ανάλυση. Ωστόσο, ενδέχεται να υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τη σύνθεση του εκάστοτε φαρμάκου. Το παρόν άρθρο εστιάζει στην ανάλυση της δραστικής ουσίας και όχι στην εμπορική ονομασία του φαρμάκου. Η αναφορά των εμπορικών ονομασιών γίνεται αποκλειστικά για τη διευκόλυνση των αναγνωστών, οι οποίοι θα πρέπει να μελετούν προσεκτικά το φύλλο οδηγιών κάθε εμπορικού σκευάσματος που χρησιμοποιούν. Είναι απαραίτητο να έχετε στενή συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό σας και τον φαρμακοποιό σας. Η αυτοχορήγηση οποιουδήποτε φαρμάκου εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την υγεία σας και πρέπει να αποφεύγεται ρητά.
Βιβλιογραφία
- KK Ciombor, J Berlin, E Chan – Clinical Cancer Research, 2013 – AACR aacrjournals
- S Sarwar, E Clearfield, MK Soliman… – Cochrane Database …, 2016 cochranelibrary
- Diabetic Retinopathy Clinical Research … – New England Journal …, 2015 – Mass Medical Soc nejm.org