![η συσκευασία περιέχει φιαλίδια ή προγεμισμένες σύριγγες με αμπατασέπτη.](https://www.elpedia.gr/wp-content/uploads/2025/02/φάρμακο-Αμπατασέπτη-παρενέργειες-–-ενδείξεις-–-προφυλάξεις-δοσολογία.webp)
Τι είναι η Αμπατασέπτη (Abatacept);
Η αμπατασέπτη (Abatacept) είναι ένας εκλεκτικός ανοσοκατασταλτικός παράγοντας, ο οποίος τροποποιεί τη διαδικασία της συνδιέγερσης που απαιτείται για την πλήρη ενεργοποίηση των Τ-λεμφοκυττάρων. Χρησιμοποιείται κυρίως για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, της ψωριασικής αρθρίτιδας και της νεανικής ιδιοπαθούς αρθρίτιδας, μειώνοντας τη φλεγμονή και επιβραδύνοντας την εξέλιξη της νόσου. Η αμπατασέπτη (Abatacept) χορηγείται όταν άλλες θεραπείες δεν έχουν επαρκή αποτελεσματικότητα. Κυκλοφορεί σε πολλές χώρες του κόσμου με διάφορες εμπορικές ονομασίες.
Ενεργά συστατικά: Η δραστική ουσία είναι η αμπατασέπτη. Θεραπευτική κατηγορία: Ανήκει στους ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες, και πιο συγκεκριμένα στους εκλεκτικούς ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες (ATC κωδικός: L04AA24). Χημική δομή: Πρόκειται για μια πρωτεΐνη σύντηξης (C₃₄₉₈H₅₄₅₈N₉₂₂O₁₀₉₀S₃₂). Μηχανισμός δράσης: Η αμπατασέπτη (Abatacept) προσδένεται στο CD80 και CD86 των αντιγονοπαρουσιαστικών κυττάρων, εμποδίζοντας την αλληλεπίδρασή τους με το CD28 των Τ-λεμφοκυττάρων. Αυτή η αλληλεπίδραση είναι απαραίτητη για την πλήρη ενεργοποίηση των Τ-λεμφοκυττάρων, τα οποία διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην παθογένεση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και άλλων αυτοάνοσων νοσημάτων.
Ενδείξεις για την Αμπατασέπτη (Abatacept)
Η αμπατασέπτη (Abatacept) ενδείκνυται για τη θεραπεία:
- Ενεργού ρευματοειδούς αρθρίτιδας μέτριας έως σοβαρής βαρύτητας σε ενήλικες ασθενείς, οι οποίοι δεν ανταποκρίθηκαν επαρκώς σε προηγούμενη θεραπεία με έναν ή περισσότερους τροποποιητικούς της νόσου αντιρρευματικούς παράγοντες (DMARDs), συμπεριλαμβανομένης της μεθοτρεξάτης ή ενός αναστολέα του παράγοντα νέκρωσης όγκων (TNF).
- Ψωριασικής αρθρίτιδας σε ενήλικες ασθενείς, μόνη της ή σε συνδυασμό με μεθοτρεξάτη, όταν η ανταπόκριση σε προηγούμενη θεραπεία με DMARDs, συμπεριλαμβανομένης της μεθοτρεξάτης, δεν ήταν επαρκής.
- Νεανικής ιδιοπαθούς αρθρίτιδας (πολυαρθρική μορφή) σε παιδιά ηλικίας 6 ετών και άνω, τα οποία έχουν ανεπαρκή ανταπόκριση σε άλλα DMARDs, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον ενός αναστολέα TNF. Η αμπατασέπτη (Abatacept) μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μονοθεραπεία ή σε συνδυασμό με μεθοτρεξάτη. Όπως διαπιστώθηκε και σε μελέτες, η χορήγηση της αμπατασέπτης (Abatacept) αναστέλλει τη φλεγμονή και την έναρξη της ρευματοειδούς αρθρίτιδας (Rech J, et al.).
Προφυλάξεις
- Λοιμώξεις: Η αμπατασέπτη (Abatacept), όπως και άλλοι ανοσοκατασταλτικοί παράγοντες, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο σοβαρών λοιμώξεων. Πριν από την έναρξη της θεραπείας, οι ασθενείς πρέπει να ελέγχονται για ενεργό ή λανθάνουσα φυματίωση και άλλες λοιμώξεις.
- Ανοσοποίηση: Ζωντανά εμβόλια δεν πρέπει να χορηγούνται ταυτόχρονα με την αμπατασέπτη (Abatacept) ή εντός τριών μηνών από τη διακοπή της.
- Αυτοάνοσα νοσήματα: Απαιτείται προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό αυτοάνοσων νοσημάτων, καθώς η αμπατασέπτη (Abatacept) μπορεί να επιδεινώσει ορισμένες καταστάσεις.
- Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ): Ασθενείς με ΧΑΠ μπορεί να εμφανίσουν αυξημένη συχνότητα αναπνευστικών ανεπιθύμητων ενεργειών.
- Κακοήθειες: Όπως και με άλλους ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες, υπάρχει πιθανός αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης κακοηθειών.
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους
- Ηλικιωμένοι: Οι ηλικιωμένοι ασθενείς ενδέχεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών λοιμώξεων και κακοηθειών.
- Παιδιά: Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της αμπατασέπτης (Abatacept) έχουν τεκμηριωθεί σε παιδιά με νεανική ιδιοπαθή αρθρίτιδα ηλικίας 6 ετών και άνω. Απαιτείται στενή παρακολούθηση για τυχόν ανεπιθύμητες ενέργειες.
- Έγκυες: Δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα σχετικά με τη χρήση της αμπατασέπτης (Abatacept) σε έγκυες γυναίκες. Η χρήση της θα πρέπει να αποφεύγεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, εκτός εάν το πιθανό όφελος για τη μητέρα υπερτερεί του πιθανού κινδύνου για το έμβρυο. Γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία θα πρέπει να χρησιμοποιούν αποτελεσματική αντισύλληψη κατά τη διάρκεια της θεραπείας και για 14 εβδομάδες μετά την τελευταία δόση. Συσχέτιση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και της χρήσης της αμπατασέπτης με την πνευμονοπάθεια μελετήθηκε εκτενώς (Vicente-Rabaneda EF, et al.).
Παρενέργειες
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες της αμπατασέπτης (Abatacept) περιλαμβάνουν:
- Λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος (π.χ. ρινίτιδα, φαρυγγίτιδα)
- Κεφαλαλγία
- Ναυτία
- Αντιδράσεις στην περιοχή της ένεσης (ερυθρότητα, κνησμός, οίδημα) – (σε περίπτωση υποδόριας χορήγησης)
- Αντιδράσεις που σχετίζονται με την έγχυση (όπως υπόταση, δύσπνοια, εξάνθημα) – (σε περίπτωση ενδοφλέβιας χορήγησης)
Λιγότερο συχνές, αλλά σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Σοβαρές λοιμώξεις (π.χ. πνευμονία, σηψαιμία, φυματίωση)
- Κακοήθειες (π.χ. λέμφωμα, καρκίνος του δέρματος)
- Αυτοάνοσες αντιδράσεις (π.χ. επιδείνωση ψωρίασης)
- Αναφυλακτικές αντιδράσεις
Δοσολογία και Χορήγηση
Η αμπατασέπτη (Abatacept) διατίθεται σε δύο μορφές:
- Ενδοφλέβια έγχυση: Η δόση υπολογίζεται με βάση το σωματικό βάρος του ασθενούς και χορηγείται σε νοσοκομειακό περιβάλλον. Η αρχική έγχυση ακολουθείται από επιπλέον εγχύσεις στις 2 και 4 εβδομάδες, και στη συνέχεια κάθε 4 εβδομάδες.
- Υποδόρια ένεση: Η υποδόρια μορφή επιτρέπει την αυτοχορήγηση από τον ασθενή μετά από κατάλληλη εκπαίδευση. Συνήθως χορηγείται μία φορά την εβδομάδα.
Η επιλογή της μορφής και η ακριβής δοσολογία καθορίζονται από τον θεράποντα ιατρό, λαμβάνοντας υπόψη την πάθηση, τη βαρύτητα της νόσου και την ανταπόκριση του ασθενούς.
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση αμπατασέπτης (Abatacept);
Εάν παραλειφθεί μια δόση υποδόριας ένεσης, η δόση θα πρέπει να χορηγηθεί το συντομότερο δυνατό και το υπόλοιπο δοσολογικό σχήμα να προσαρμοστεί αναλόγως. Εάν παραλειφθεί μια δόση ενδοφλέβιας έγχυσης, ο ασθενής πρέπει να επικοινωνήσει άμεσα με τον ιατρό του για να επαναπρογραμματιστεί η έγχυση.
Υπερδοσολογία
Δεν έχουν αναφερθεί περιπτώσεις σοβαρής τοξικότητας από υπερδοσολογία με αμπατασέπτη (Abatacept). Σε κλινικές δοκιμές, δόσεις έως και 50 mg/kg χορηγήθηκαν χωρίς εμφανή τοξικά φαινόμενα. Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, συνιστάται η παρακολούθηση του ασθενούς για τυχόν σημεία ή συμπτώματα ανεπιθύμητων ενεργειών και η άμεση έναρξη κατάλληλης συμπτωματικής θεραπείας.
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
Η αμπατασέπτη (Abatacept) δεν πρέπει να συγχορηγείται με αναστολείς του TNF (παράγοντας νέκρωσης όγκων), όπως η ινφλιξιμάμπη, η ανταλιμουμάμπη, η ετανερσέπτη, η γκολιμουμάμπη και η σερτολιζουμάμπη, λόγω αυξημένου κινδύνου σοβαρών λοιμώξεων. Η ταυτόχρονη χρήση με άλλα βιολογικά DMARDs (τροποποιητικά της νόσου αντιρρευματικά φάρμακα), όπως η ανακίνρα ή η ριτουξιμάμπη, επίσης δεν συνιστάται. Η συγχορήγηση με μεθοτρεξάτη, σουλφασαλαζίνη, υδροξυχλωροκίνη ή λεφλουνομίδη είναι γενικά αποδεκτή, αλλά απαιτείται στενή παρακολούθηση για ανεπιθύμητες ενέργειες. Η χορήγηση της αμπατασέπτης (Abatacept) σε συνδυασμό με άλλα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής.
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
Δεν έχουν αναφερθεί κλινικά σημαντικές αλληλεπιδράσεις της αμπατασέπτης (Abatacept) με τροφές. Η απορρόφηση του φαρμάκου δεν επηρεάζεται από την παρουσία ή απουσία τροφής, επομένως μπορεί να χορηγηθεί ανεξάρτητα από τα γεύματα.
Υπερβολική Δόση
Σε περιπτώσεις υπερδοσολογίας με αμπατασέπτη (Abatacept), δεν υπάρχει ειδικό αντίδοτο. Η αντιμετώπιση είναι κυρίως υποστηρικτική και συμπτωματική. Ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται στενά για τυχόν σημεία τοξικότητας και να λαμβάνει κατάλληλη θεραπεία, εάν χρειαστεί. Σε κλινικές μελέτες, έχουν χορηγηθεί υψηλότερες δόσεις από τις συνιστώμενες χωρίς να παρατηρηθούν σοβαρές τοξικές επιδράσεις, υποδεικνύοντας ένα σχετικά ευρύ θεραπευτικό παράθυρο. Ενδελεχής έρευνα αξιολόγησε την αποτελεσματικότητα της αμπατασέπτης σε ασθενείς (Liu M, et al.)
Φύλαξη φαρμάκου
Η αμπατασέπτη (Abatacept), τόσο στην ενδοφλέβια όσο και στην υποδόρια μορφή, πρέπει να φυλάσσεται στο ψυγείο (2°C – 8°C). Δεν πρέπει να καταψύχεται. Τα φιαλίδια ή οι προγεμισμένες σύριγγες πρέπει να προστατεύονται από το φως και να διατηρούνται στην αρχική τους συσκευασία μέχρι τη χρήση. Πριν από τη χορήγηση, το φάρμακο πρέπει να αφήνεται να έρθει σε θερμοκρασία δωματίου. Μετά την ανασύσταση (για την ενδοφλέβια μορφή) ή πριν από την υποδόρια ένεση, το διάλυμα πρέπει να είναι διαυγές και άχρωμο έως ωχροκίτρινο. Εάν παρατηρηθούν σωματίδια ή αποχρωματισμός, το διάλυμα δεν πρέπει να χρησιμοποιείται.
Ανάλυση Δραστικής Ουσίας
Η αμπατασέπτη (Abatacept) είναι μια πρωτεΐνη σύντηξης που αποτελείται από το εξωκυτταρικό τμήμα του ανθρώπινου κυτταροτοξικού Τ-λεμφοκυτταρικού αντιγόνου 4 (CTLA-4) συνδεδεμένο με το τροποποιημένο Fc τμήμα της ανθρώπινης ανοσοσφαιρίνης G1 (IgG1). Παράγεται με τεχνολογία ανασυνδυασμένου DNA σε κύτταρα ωοθηκών κινεζικού κρικητού (CHO). Η ακριβής αλληλουχία αμινοξέων και η τρισδιάστατη δομή της πρωτεΐνης είναι κρίσιμες για τη βιολογική της δράση. Η γλυκοζυλίωση της πρωτεΐνης, η οποία λαμβάνει χώρα κατά την παραγωγή της στα κύτταρα CHO, επηρεάζει επίσης τη φαρμακοκινητική και τη φαρμακοδυναμική της. Η αμπατασέπτη (Abatacept), αναστέλλοντας την πλήρη ενεργοποίηση των Τ κυττάρων, μειώνει την παραγωγή φλεγμονωδών κυτταροκινών.
Αποτελεσματικότητα
Η αποτελεσματικότητα της αμπατασέπτης (Abatacept) έχει αποδειχθεί σε πολυάριθμες κλινικές δοκιμές σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα, ψωριασική αρθρίτιδα και νεανική ιδιοπαθή αρθρίτιδα. Σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα, η αμπατασέπτη (Abatacept) έχει επιδείξει βελτίωση στα σημεία και συμπτώματα της νόσου, επιβράδυνση της ακτινολογικής εξέλιξης της βλάβης των αρθρώσεων και βελτίωση της φυσικής λειτουργικότητας. Παρόμοια αποτελέσματα έχουν παρατηρηθεί σε ασθενείς με ψωριασική αρθρίτιδα. Στη νεανική ιδιοπαθή αρθρίτιδα, η αμπατασέπτη (Abatacept) μειώνει τον αριθμό των ενεργών αρθρώσεων και βελτιώνει τη συνολική κλινική εικόνα. Η ανταπόκριση στη θεραπεία μπορεί να διαφέρει μεταξύ των ασθενών και η αμπατασέπτη (Abatacept) μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική σε ορισμένους υποπληθυσμούς ασθενών.
![η αμπατασέπτη διατίθεται σε ενδοφλέβια και υποδόρια μορφή.](https://www.elpedia.gr/wp-content/uploads/2025/02/Χημική-δομή-Αμπατασέπτη.webp)
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Η αμπατασέπτη (Abatacept) αποτελεί σημαντική θεραπευτική επιλογή για ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται επαρκώς σε άλλες θεραπείες, προσφέροντας έναν εναλλακτικό μηχανισμό δράσης. Η μακροχρόνια ασφάλεια και αποτελεσματικότητα της αμπατασέπτης (Abatacept) έχουν αξιολογηθεί σε μελέτες επέκτασης, οι οποίες έχουν δείξει διατήρηση της κλινικής ανταπόκρισης και αποδεκτό προφίλ ασφάλειας για αρκετά χρόνια. Η παρακολούθηση για πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες, ιδίως λοιμώξεις, είναι απαραίτητη καθ’ όλη τη διάρκεια της θεραπείας. Σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με αμπατασέπτη, ερευνήθηκε διεξοδικά η κυτταρική απόκριση συγκριτικά με άλλες ομάδες (Watkins B, et al.).
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Αν και η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στην αμπατασέπτη (Abatacept) δεν είναι τόσο συχνή όσο με ορισμένους άλλους βιολογικούς παράγοντες, μπορεί να εμφανιστεί σε ένα ποσοστό ασθενών. Η ανάπτυξη αντισωμάτων έναντι της αμπατασέπτης (Abatacept) (anti-drug antibodies, ADAs) έχει συσχετιστεί με μειωμένη κλινική ανταπόκριση σε ορισμένες μελέτες. Ωστόσο, η κλινική σημασία των ADAs δεν είναι πλήρως κατανοητή και δεν προβλέπει πάντα την απώλεια αποτελεσματικότητας. Η παρακολούθηση των επιπέδων των ADAs μπορεί να είναι χρήσιμη σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά δεν αποτελεί τυπική πρακτική.
Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες
Οι προκλινικές μελέτες της αμπατασέπτης (Abatacept) σε in vitro και in vivo μοντέλα έδειξαν την ικανότητά της να αναστέλλει την ενεργοποίηση των Τ-λεμφοκυττάρων και να μειώνει τη φλεγμονή. Σε ζωικά μοντέλα αρθρίτιδας, η αμπατασέπτη (Abatacept) μείωσε τη σοβαρότητα της νόσου και προστάτευσε από την καταστροφή των αρθρώσεων. Οι κλινικές μελέτες Φάσης Ι, ΙΙ και ΙΙΙ σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα, ψωριασική αρθρίτιδα και νεανική ιδιοπαθή αρθρίτιδα επιβεβαίωσαν την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της αμπατασέπτης (Abatacept). Αυτές οι μελέτες χρησιμοποίησαν διάφορα κριτήρια αξιολόγησης, όπως τα κριτήρια ACR (American College of Rheumatology) για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, τα κριτήρια PASI (Psoriasis Area and Severity Index) για την ψωρίαση και τα κριτήρια ACR Pedi για τη νεανική ιδιοπαθή αρθρίτιδα. Οι μελέτες αυτές έδειξαν στατιστικά σημαντική βελτίωση σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο ή με άλλες θεραπείες αναφοράς. Αξιολογήθηκε η χορήγηση της αμπατασέπτης σε προκλινικό στάδιο ρευματοειδούς αρθρίτιδας (Asif M, et al.).
Μετεγκριτικές μελέτες, Φαρμακοεπαγρύπνηση και Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά
Μετά την έγκριση της αμπατασέπτης (Abatacept), έχουν διεξαχθεί αρκετές μετεγκριτικές μελέτες (post-marketing studies) για την περαιτέρω αξιολόγηση της μακροχρόνιας ασφάλειας και αποτελεσματικότητας σε πραγματικές συνθήκες. Αυτές οι μελέτες παρατήρησης, καθώς και τα δεδομένα από τα συστήματα φαρμακοεπαγρύπνησης, παρέχουν συνεχή παρακολούθηση του προφίλ ασφάλειας του φαρμάκου και βοηθούν στον εντοπισμό σπάνιων ή απρόβλεπτων ανεπιθύμητων ενεργειών. Τα φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά της αμπατασέπτης (Abatacept) περιλαμβάνουν χρόνο ημιζωής περίπου 13-16 ημέρες μετά από ενδοφλέβια χορήγηση και βιοδιαθεσιμότητα περίπου 78% μετά από υποδόρια χορήγηση. Η κάθαρση του φαρμάκου μπορεί να επηρεαστεί από παράγοντες όπως το σωματικό βάρος, η παρουσία αντισωμάτων έναντι του φαρμάκου και η ταυτόχρονη χρήση άλλων φαρμάκων. Η αμπατασέπτη (Abatacept) δεν μεταβολίζεται εκτενώς στο ήπαρ και δεν αναμένεται να αλληλεπιδράσει σημαντικά με φάρμακα που μεταβολίζονται από τα ηπατικά ένζυμα CYP450.
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Η συγκριτική αποτελεσματικότητα της αμπατασέπτης (Abatacept) έναντι άλλων βιολογικών παραγόντων και στοχευμένων συνθετικών DMARDs (όπως οι αναστολείς JAK) έχει αξιολογηθεί σε αρκετές μελέτες. Αν και οι άμεσες συγκριτικές μελέτες (head-to-head trials) είναι περιορισμένες, οι έμμεσες συγκρίσεις μέσω δικτυακών μετα-αναλύσεων υποδεικνύουν ότι η αμπατασέπτη (Abatacept) έχει παρόμοια αποτελεσματικότητα με πολλούς άλλους βιολογικούς παράγοντες στη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Σε ορισμένες μελέτες, η αμπατασέπτη (Abatacept) έχει δείξει καλύτερο προφίλ ασφάλειας όσον αφορά τον κίνδυνο σοβαρών λοιμώξεων σε σύγκριση με τους αναστολείς TNF. Η επιλογή της κατάλληλης θεραπείας θα πρέπει να εξατομικεύεται, λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά του ασθενούς, τις συννοσηρότητες και το προφίλ ασφάλειας των διαφόρων φαρμάκων.
Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις
Οι συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις της διαθέσιμης βιβλιογραφίας παρέχουν μια συνολική εκτίμηση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας της αμπατασέπτης (Abatacept). Αυτές οι αναλύσεις συνήθως συγκεντρώνουν δεδομένα από πολλαπλές κλινικές δοκιμές και μελέτες παρατήρησης, παρέχοντας μια πιο ισχυρή εκτίμηση της επίδρασης της θεραπείας. Οι μετα-αναλύσεις έχουν επιβεβαιώσει την αποτελεσματικότητα της αμπατασέπτης (Abatacept) στη βελτίωση των κλινικών εκβάσεων σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα, ψωριασική αρθρίτιδα και νεανική ιδιοπαθή αρθρίτιδα. Επίσης, έχουν προσφέρει πληροφορίες σχετικά με τη συγκριτική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της αμπατασέπτης (Abatacept) σε σχέση με άλλες θεραπευτικές επιλογές. Η θεραπεία με αμπατασέπτη έδειξε βελτίωση των δεικτών σε ασθενείς με υψηλό κίνδυνο εμφάνισης ρευματοειδούς αρθρίτιδας (Cope AP, et al.).
Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές
Οι τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις επικεντρώνονται στην περαιτέρω βελτιστοποίηση της χρήσης της αμπατασέπτης (Abatacept), στην αναγνώριση βιοδεικτών που προβλέπουν την ανταπόκριση στη θεραπεία και στην αξιολόγηση της χρήσης της σε άλλες αυτοάνοσες παθήσεις πέραν των εγκεκριμένων ενδείξεων. Διερευνάται η δυνατότητα εξατομικευμένης προσέγγισης, όπου η επιλογή της θεραπείας θα βασίζεται σε γενετικούς, ανοσολογικούς ή άλλους βιοδείκτες. Επιπλέον, μελετάται η χρήση της αμπατασέπτης (Abatacept) σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα, με στόχο την επίτευξη συνεργικής δράσης και βελτιωμένων αποτελεσμάτων. Οι μελλοντικές προοπτικές περιλαμβάνουν την ανάπτυξη νέων μορφών χορήγησης, όπως η υποδόρια χορήγηση με μεγαλύτερα μεσοδιαστήματα, και τη διερεύνηση της χρήσης της αμπατασέπτης (Abatacept) σε πρωιμότερα στάδια της νόσου, με στόχο την πρόληψη της μη αναστρέψιμης βλάβης των αρθρώσεων.
Ιστορία του φαρμάκου
Η αμπατασέπτη (Abatacept) αναπτύχθηκε από την φαρμακευτική εταιρεία Bristol-Myers Squibb. Η ιδέα για την ανάπτυξη ενός φαρμάκου που στοχεύει στη συνδιέγερση των Τ-λεμφοκυττάρων προήλθε από την έρευνα στον τομέα της ανοσολογίας και την κατανόηση των μηχανισμών που ρυθμίζουν την ενεργοποίηση των Τ-λεμφοκυττάρων. Η βασική έρευνα που οδήγησε στην ανακάλυψη της αμπατασέπτης (Abatacept) επικεντρώθηκε στον ρόλο του μορίου CTLA-4 (κυτταροτοξικό Τ-λεμφοκυτταρικό αντιγόνο 4) στην αναστολή της ενεργοποίησης των Τ-λεμφοκυττάρων. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η δέσμευση του CTLA-4 στα μόρια CD80 και CD86 στα αντιγονοπαρουσιαστικά κύτταρα παρέχει ένα ανασταλτικό σήμα στα Τ-λεμφοκύτταρα.
Η αμπατασέπτη (Abatacept), μια πρωτεΐνη σύντηξης που μιμείται τη δράση του CTLA-4, σχεδιάστηκε για να αναστέλλει επιλεκτικά τη συνδιέγερση των Τ-λεμφοκυττάρων. Η αμπατασέπτη (Abatacept) εγκρίθηκε για πρώτη φορά από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) το 2005 για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Ακολούθησαν εγκρίσεις από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA) και άλλες ρυθμιστικές αρχές παγκοσμίως. Στη συνέχεια, οι ενδείξεις της αμπατασέπτης (Abatacept) επεκτάθηκαν για να συμπεριλάβουν την ψωριασική αρθρίτιδα και τη νεανική ιδιοπαθή αρθρίτιδα. Η ανάπτυξη της αμπατασέπτης (Abatacept) αντιπροσωπεύει μια σημαντική πρόοδο στη θεραπεία των αυτοάνοσων νοσημάτων, παρέχοντας μια στοχευμένη θεραπευτική προσέγγιση που ρυθμίζει την ανοσολογική απόκριση. Στις επόμενες αναλύσεις, θα εξετάσουμε επιστημονικά άρθρα και ερευνητικές εργασίες που αφορούν στην ανοσοφαρμακολογία, την αυτοανοσία, τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, την ψωριασική αρθρίτιδα και τη νεανική ιδιοπαθή αρθρίτιδα.
Συνοπτικά για την Αμπατασέπτη
Η αμπατασέπτη είναι ένας ανοσοτροποποιητικός παράγοντας που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία αυτοάνοσων νοσημάτων όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η ψωριασική αρθρίτιδα και η νεανική ιδιοπαθής αρθρίτιδα. Λειτουργεί αναστέλλοντας την πλήρη ενεργοποίηση των Τ-λεμφοκυττάρων, μειώνοντας έτσι τη φλεγμονή. Χορηγείται είτε ενδοφλεβίως σε νοσοκομειακό περιβάλλον είτε υποδορίως με αυτοχορήγηση.
Οι κύριες αντενδείξεις περιλαμβάνουν υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, σοβαρές ενεργές λοιμώξεις και μη ελεγχόμενη χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια. Συχνές παρενέργειες είναι οι λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, η κεφαλαλγία και η ναυτία. Απαιτούνται επιφυλάξεις σε ασθενείς με ιστορικό λοιμώξεων, ΧΑΠ ή αυτοάνοσων νοσημάτων. Η χρήση κατά την κύηση και τη γαλουχία πρέπει να γίνεται με προσοχή και μόνο εάν το όφελος υπερτερεί του κινδύνου. Η συγχορήγηση με αναστολείς TNF ή άλλα βιολογικά DMARDs αντενδείκνυται. Η δοσολογία εξαρτάται από τον τύπο χορήγησης (ενδοφλέβια ή υποδόρια) και την εκάστοτε πάθηση.
elpedia.gr
ΠΡΟΣΟΧΗ: Μην παίρνετε ποτέ φάρμακα χωρίς να συμβουλευτείτε γιατρό. Διαβάζετε πάντα το φύλλο οδηγιών του φαρμάκου. Το παρόν εγκυκλοπαιδικό άρθρο αναφέρεται στην συγκεκριμένη δραστική ουσία και δεν αντικαθιστά τις οδηγίες του γιατρού ή του φαρμακοποιού σας.
Βιβλιογραφία
- Asif M, Asif A, Rahman UA, Haseeb A, Jafar U. Efficacy and safety of abatacept in preclinical rheumatoid arthritis: A systematic review and meta-analysis of randomized controlled trials. Seminars in Arthritis and Rheumatism. 2024. Seminars in
- Cope AP, Jasenecova M, Vasconcelos JC, Filer A, et al. Abatacept in individuals at high risk of rheumatoid arthritis (APIPPRA): a randomised, double-blind, multicentre, parallel, placebo-controlled, phase 2b clinical trial. The Lancet. 2024. The Lancet
- Liu M, Yu Y, Hu S. A review on applications of abatacept in systemic rheumatic diseases. International Immunopharmacology. 2021. International Immunopharmacology
- Rech J, Tascilar K, Hagen M, Kleyer A, Manger B, et al. Abatacept inhibits inflammation and onset of rheumatoid arthritis in individuals at high risk (ARIAA): a randomised, international, multicentre, double-blind, placebo. The Lancet. 2024. The Lancet
- Vicente-Rabaneda EF, Atienza-Mateo B, Blanco R, et al. Efficacy and safety of abatacept in interstitial lung disease of rheumatoid arthritis: A systematic literature review. Autoimmunity Reviews. 2021. Autoimmunity Reviews
- Watkins B, Qayed M, McCracken C, et al. Phase II trial of costimulation blockade with abatacept for prevention of acute GVHD. Journal of Clinical Oncology. 2021. Journal of