Τι είναι η δεσλοραταδίνη (Aerius, Neoclarityn κ.ά.)
Η δεσλοραταδίνη (desloratadine) είναι ένα αντιισταμινικό φάρμακο δεύτερης γενιάς που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της αλλεργικής ρινίτιδας και της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης. Κυκλοφορεί στην Ελλάδα και παγκοσμίως με διάφορες εμπορικές ονομασίες, όπως Aerius, Neoclarityn, Azomyr κ.ά. Η δεσλοραταδίνη είναι ο ενεργός μεταβολίτης της λοραταδίνης και αναπτύχθηκε με στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας σε σύγκριση με τα αντιισταμινικά πρώτης γενιάς.
Στο παρόν άρθρο, θα αναλύσουμε επιστημονικά δεδομένα από έγκριτα ιατρικά περιοδικά και μελέτες σχετικά με τη δράση, την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της δεσλοραταδίνης στη θεραπεία της αλλεργικής ρινίτιδας και της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης. Θα εξετάσουμε επίσης τη φαρμακοκινητική και φαρμακοδυναμική της δεσλοραταδίνης σε σύγκριση με άλλα αντιισταμινικά δεύτερης γενιάς.
Μηχανισμός δράσης, Χημική δομή και Θεραπευτική κατηγορία
Η δεσλοραταδίνη ανήκει στην κατηγορία των αντιισταμινικών φαρμάκων δεύτερης γενιάς, τα οποία δρουν ως εκλεκτικοί ανταγωνιστές των υποδοχέων ισταμίνης H1. Η δέσμευση της δεσλοραταδίνης στους υποδοχείς H1 εμποδίζει την ισταμίνη να προκαλέσει αλλεργικές αντιδράσεις, όπως φτάρνισμα, ρινόρροια, κνησμό και εξάνθημα (Devillier et al., 2008).
Η χημική δομή της δεσλοραταδίνης είναι παρόμοια με εκείνη της λοραταδίνης, με τη διαφορά ότι η δεσλοραταδίνη δεν μεταβολίζεται περαιτέρω στο ήπαρ. Αυτό οδηγεί σε μειωμένες αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και μικρότερο κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών σε σύγκριση με τα αντιισταμινικά πρώτης γενιάς (Canonica et al., 2007).
Εκτός από τον ανταγωνισμό των υποδοχέων H1, η δεσλοραταδίνη έχει επίσης αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Έχει αποδειχθεί ότι αναστέλλει την απελευθέρωση προφλεγμονωδών κυτοκινών και μειώνει τη διήθηση φλεγμονωδών κυττάρων στους ιστούς (Wilken et al., 2006). Αυτή η επιπρόσθετη αντιφλεγμονώδης δράση της δεσλοραταδίνης μπορεί να συμβάλλει στην αποτελεσματικότητά της στη θεραπεία των αλλεργικών παθήσεων.
Ενδείξεις
Η δεσλοραταδίνη ενδείκνυται για τη θεραπεία των συμπτωμάτων που σχετίζονται με:
- Αλλεργική ρινίτιδα: Η δεσλοραταδίνη είναι αποτελεσματική στη μείωση των συμπτωμάτων της εποχικής και χρόνιας αλλεργικής ρινίτιδας, όπως φτάρνισμα, ρινόρροια, κνησμός και ρινική συμφόρηση (Kim et al., 2006).
- Χρόνια ιδιοπαθή κνίδωση: Η δεσλοραταδίνη μειώνει τον κνησμό και τον αριθμό των εξανθημάτων σε ασθενείς με χρόνια ιδιοπαθή κνίδωση (DuBuske, 2007).
Αντενδείξεις και Προφυλάξεις
- Υπερευαισθησία: Η δεσλοραταδίνη αντενδείκνυται σε ασθενείς με γνωστή υπερευαισθησία στη δεσλοραταδίνη, τη λοραταδίνη ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα του φαρμάκου.
- Ηπατική δυσλειτουργία: Συνιστάται προσοχή κατά τη χορήγηση δεσλοραταδίνης σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία, καθώς μπορεί να απαιτείται προσαρμογή της δοσολογίας.
Ειδικές προειδοποιήσεις για ηλικιωμένους, παιδιά και εγκύους
- Ηλικιωμένοι: Δεν απαιτείται προσαρμογή της δοσολογίας σε ηλικιωμένους ασθενείς. Ωστόσο, η δεσλοραταδίνη πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ηλικιωμένους με ηπατική ή νεφρική δυσλειτουργία.
- Παιδιά: Η δεσλοραταδίνη είναι ασφαλής και αποτελεσματική σε παιδιά ηλικίας 6 μηνών και άνω. Η δοσολογία πρέπει να προσαρμόζεται ανάλογα με την ηλικία και το βάρος του παιδιού.
- Έγκυες και θηλάζουσες: Η χρήση της δεσλοραταδίνης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού πρέπει να γίνεται μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητο και μετά από συνεννόηση με τον θεράποντα ιατρό.
Δοσολογία και χορήγηση
- Ενήλικες και έφηβοι (12 ετών και άνω): Η συνιστώμενη δοσολογία είναι 5 mg άπαξ ημερησίως, με ή χωρίς τροφή.
- Παιδιά 6 έως 11 ετών: Η συνιστώμενη δοσολογία είναι 2,5 mg άπαξ ημερησίως, με ή χωρίς τροφή.
- Παιδιά 1 έως 5 ετών: Η συνιστώμενη δοσολογία είναι 1,25 mg άπαξ ημερησίως, με ή χωρίς τροφή.
- Παιδιά 6 έως 11 μηνών: Η συνιστώμενη δοσολογία είναι 1 mg άπαξ ημερησίως, με ή χωρίς τροφή.
Τι να κάνω αν παραλείψω μια δόση δεσλοραταδίνης;
- Εάν παραλείψετε μια δόση δεσλοραταδίνης, πάρτε την αμέσως μόλις το θυμηθείτε. Ωστόσο, εάν πλησιάζει η ώρα για την επόμενη δόση, παραλείψτε την δόση που ξεχάσατε και συνεχίστε με το κανονικό σας δοσολογικό σχήμα.
- Μην πάρετε διπλή δόση για να αναπληρώσετε την δόση που παραλείψατε.
Υπερδοσολογία
- Τα συμπτώματα υπερδοσολογίας με δεσλοραταδίνη μπορεί να περιλαμβάνουν υπνηλία, ταχυκαρδία και κεφαλαλγία. Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, συνιστάται η εφαρμογή γενικών υποστηρικτικών μέτρων και η παρακολούθηση των ζωτικών λειτουργιών του ασθενούς.
- Η δεσλοραταδίνη δεν απομακρύνεται αποτελεσματικά με αιμοδιύλιση, επομένως αυτή η μέθοδος δεν συνιστάται για την αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας (Devillier et al., 2008).
Παρενέργειες
- Οι συχνότερες παρενέργειες της δεσλοραταδίνης περιλαμβάνουν:
- Κόπωση και υπνηλία
- Ξηροστομία
- Κεφαλαλγία
- Γαστρεντερικές διαταραχές (ναυτία, έμετος, διάρροια)
- Σπανιότερες παρενέργειες μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Ταχυκαρδία
- Ζάλη
- Αϋπνία
- Διέγερση, νευρικότητα
- Αλλεργικές αντιδράσεις (εξάνθημα, κνησμός, αγγειοοίδημα)
- Η πλειονότητα των παρενεργειών είναι ήπιες και παροδικές. Ωστόσο, εάν παρατηρήσετε σοβαρές ή επίμονες παρενέργειες, επικοινωνήστε άμεσα με τον γιατρό σας (Canonica et al., 2007).
Αλληλεπιδράσεις
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-φαρμάκου
- Η δεσλοραταδίνη δεν αναμένεται να έχει σημαντικές αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα, καθώς δεν μεταβολίζεται εκτενώς από το ηπατικό σύστημα του κυτοχρώματος P450 (Devillier et al., 2008).
- Ωστόσο, η ταυτόχρονη χρήση της δεσλοραταδίνης με φάρμακα που προκαλούν υπνηλία (όπως βενζοδιαζεπίνες, αντικαταθλιπτικά, οπιοειδή) μπορεί να ενισχύσει την υπνωτική τους δράση.
- Επιπλέον, η ταυτόχρονη χρήση της δεσλοραταδίνης με αναστολείς του CYP3A4 (όπως κετοκοναζόλη, ερυθρομυκίνη) μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένα επίπεδα δεσλοραταδίνης στο αίμα (Canonica et al., 2007).
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκου-τροφής
- Η τροφή δεν επηρεάζει σημαντικά την απορρόφηση ή τη δράση της δεσλοραταδίνης. Τα δισκία δεσλοραταδίνης μπορούν να λαμβάνονται με ή χωρίς τροφή (Wilken et al., 2006).
- Ωστόσο, η κατανάλωση αλκοόλ θα πρέπει να αποφεύγεται κατά τη διάρκεια της θεραπείας με δεσλοραταδίνη, καθώς μπορεί να ενισχύσει την υπνωτική δράση του φαρμάκου και να προκαλέσει υπνηλία ή διαταραχές στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων.
Πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες
Ανάπτυξη ανθεκτικότητας
Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στη δεσλοραταδίνη (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.) δεν αποτελεί συχνό φαινόμενο. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, η παρατεταμένη χρήση του φαρμάκου μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη ανταπόκριση στη θεραπεία. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως η εξέλιξη της υποκείμενης αλλεργικής νόσου ή η ανάπτυξη ανοχής στις αντιισταμινικές ιδιότητες της δεσλοραταδίνης (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.). Σε περίπτωση που παρατηρηθεί μειωμένη αποτελεσματικότητα, ο θεράπων ιατρός μπορεί να προσαρμόσει τη δοσολογία ή να εξετάσει το ενδεχόμενο εναλλακτικών θεραπευτικών επιλογών.
Προκλινικές και Κλινικές Μελέτες
Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της δεσλοραταδίνης (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.) έχουν αξιολογηθεί σε πολυάριθμες προκλινικές και κλινικές μελέτες. Οι προκλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι η δεσλοραταδίνη έχει ισχυρή εκλεκτική συγγένεια για τους υποδοχείς ισταμίνης H1, με ελάχιστη επίδραση στους υποδοχείς ακετυλοχολίνης, σεροτονίνης και α-αδρενεργικούς υποδοχείς (Devillier et al.). Αυτό το χαρακτηριστικό εξηγεί το ευνοϊκό προφίλ ασφάλειας της δεσλοραταδίνης, με χαμηλή συχνότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με το κεντρικό νευρικό σύστημα.
Σε κλινικές δοκιμές, η δεσλοραταδίνη έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στη μείωση των συμπτωμάτων της αλλεργικής ρινίτιδας και της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης. Μια μετα-ανάλυση τυχαιοποιημένων, ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο κλινικών δοκιμών κατέδειξε σημαντική βελτίωση στα συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας με τη χρήση δεσλοραταδίνης σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο (Canonica). Επιπλέον, η δεσλοραταδίνη έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών με αλλεργική ρινίτιδα, όπως αξιολογήθηκε με τη χρήση ειδικών ερωτηματολογίων (Kim).
Όσον αφορά τη χρόνια ιδιοπαθή κνίδωση, μια συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δεσλοραταδίνη είναι αποτελεσματική στη μείωση του κνησμού και του αριθμού των εξανθημάτων, με ένα ευνοϊκό προφίλ ασφάλειας (DuBuske). Οι κλινικές μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι η δεσλοραταδίνη είναι καλά ανεκτή, με παρενέργειες συγκρίσιμες με εκείνες του εικονικού φαρμάκου.
Συνολικά, τα δεδομένα από προκλινικές και κλινικές μελέτες υποστηρίζουν τη χρήση της δεσλοραταδίνης ως αποτελεσματικής και ασφαλούς θεραπευτικής επιλογής για τη διαχείριση των συμπτωμάτων της αλλεργικής ρινίτιδας και της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης.
Μετεγκριτικές μελέτες και Φαρμακοεπαγρύπνηση
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της δεσλοραταδίνης (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.) παρακολουθούνται συνεχώς μέσω μετεγκριτικών μελετών και δραστηριοτήτων φαρμακοεπαγρύπνησης. Αυτές οι μελέτες επιτρέπουν τη συλλογή δεδομένων σχετικά με τη χρήση του φαρμάκου σε πραγματικές συνθήκες και την έγκαιρη ανίχνευση πιθανών σπάνιων ανεπιθύμητων ενεργειών που μπορεί να μην έχουν παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια των κλινικών δοκιμών. Τα δεδομένα από τις αναφορές ανεπιθύμητων ενεργειών και τις μετεγκριτικές μελέτες αξιολογούνται συνεχώς από τις ρυθμιστικές αρχές και τους κατόχους άδειας κυκλοφορίας για να διασφαλιστεί ότι τα οφέλη της δεσλοραταδίνης (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.) εξακολουθούν να υπερτερούν των κινδύνων.
Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά
Η δεσλοραταδίνη απορροφάται ταχέως και σχεδόν πλήρως μετά από του στόματος χορήγηση, με μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα να επιτυγχάνονται εντός 1-3 ωρών. Η βιοδιαθεσιμότητα της δεσλοραταδίνης (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.) δεν επηρεάζεται σημαντικά από την ταυτόχρονη λήψη τροφής. Η δεσλοραταδίνη συνδέεται σε μεγάλο βαθμό (περίπου 83-87%) με τις πρωτεΐνες του πλάσματος και κατανέμεται ευρέως στους ιστούς του σώματος. Ο μεταβολισμός της δεσλοραταδίνης πραγματοποιείται κυρίως στο ήπαρ μέσω του ενζύμου CYP3A4, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό του ενεργού μεταβολίτη 3-υδροξυδεσλοραταδίνη. Η μέση τελική ημιζωή αποβολής της δεσλοραταδίνης κυμαίνεται από 21 έως 27 ώρες, επιτρέποντας τη χορήγηση άπαξ ημερησίως (Devillier et al.).
Συγκριτική αποτελεσματικότητα
Αρκετές κλινικές μελέτες έχουν συγκρίνει την αποτελεσματικότητα της δεσλοραταδίνης με εκείνη άλλων αντιισταμινικών δεύτερης γενιάς, όπως η φεξοφεναδίνη και η λεβοσετιριζίνη. Σε μια συγκριτική ανασκόπηση των φαρμακοκινητικών και φαρμακοδυναμικών χαρακτηριστικών αυτών των τριών αντιισταμινικών, οι Devillier et al. διαπίστωσαν ότι η δεσλοραταδίνη παρουσιάζει παρόμοια αποτελεσματικότητα με τη φεξοφεναδίνη και τη λεβοσετιριζίνη στη θεραπεία της αλλεργικής ρινίτιδας και της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες διαφορές στα φαρμακοκινητικά προφίλ και τις ανεπιθύμητες ενέργειες μεταξύ αυτών των φαρμάκων, οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν την επιλογή του κατάλληλου αντιισταμινικού για κάθε ασθενή.
Σε μια άμεση συγκριτική μελέτη, οι Kim et al. διαπίστωσαν ότι η δεσλοραταδίνη και η φεξοφεναδίνη είχαν παρόμοια αποτελεσματικότητα στη μείωση των συμπτωμάτων της εποχικής αλλεργικής ρινίτιδας, με συγκρίσιμα προφίλ ασφάλειας. Παρομοίως, μια μετα-ανάλυση των Canonica et al. κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δεσλοραταδίνη και η λεβοσετιριζίνη έχουν συγκρίσιμη αποτελεσματικότητα στη θεραπεία της αλλεργικής ρινίτιδας, με μικρές διαφορές στη συχνότητα εμφάνισης ορισμένων ανεπιθύμητων ενεργειών.
Συνολικά, η δεσλοραταδίνη φαίνεται να προσφέρει παρόμοια αποτελεσματικότητα με άλλα αντιισταμινικά δεύτερης γενιάς στη θεραπεία της αλλεργικής ρινίτιδας και της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης, με ένα ευνοϊκό προφίλ ασφάλειας και την ευκολία της χορήγησης άπαξ ημερησίως.
Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις
Πολλές συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις έχουν διεξαχθεί για να αξιολογήσουν την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της δεσλοραταδίνης (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.) στη θεραπεία της αλλεργικής ρινίτιδας και της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης. Οι Canonica et al. διεξήγαγαν μια μετα-ανάλυση τυχαιοποιημένων, ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο κλινικών δοκιμών και διαπίστωσαν ότι η δεσλοραταδίνη ήταν σημαντικά πιο αποτελεσματική από το εικονικό φάρμακο στη μείωση των συμπτωμάτων της αλλεργικής ρινίτιδας, με ένα ευνοϊκό προφίλ ασφάλειας. Παρομοίως, η συστηματική ανασκόπηση του DuBuske κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δεσλοραταδίνη (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.) είναι αποτελεσματική και καλά ανεκτή στη θεραπεία της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης, με σημαντική μείωση του κνησμού και του αριθμού των εξανθημάτων.
Αυτές οι συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις παρέχουν ισχυρά δεδομένα που υποστηρίζουν τη χρήση της δεσλοραταδίνης ως αποτελεσματικής και ασφαλούς θεραπευτικής επιλογής για τους ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα και χρόνια ιδιοπαθή κνίδωση. Ωστόσο, οι ερευνητές επισημαίνουν επίσης την ανάγκη για περαιτέρω μελέτες που θα συγκρίνουν άμεσα τη δεσλοραταδίνη με άλλα αντιισταμινικά δεύτερης γενιάς και θα αξιολογήσουν τη μακροχρόνια αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της δεσλοραταδίνης (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.).
Τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις και μελλοντικές προοπτικές
Η έρευνα σχετικά με τη δεσλοραταδίνη συνεχίζεται, με στόχο την περαιτέρω κατανόηση του μηχανισμού δράσης της, την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς της σε συγκεκριμένους πληθυσμούς ασθενών και τη διερεύνηση πιθανών νέων ενδείξεων. Μία περιοχή ενδιαφέροντος είναι η χρήση της δεσλοραταδίνης σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες, όπως τα ρινικά κορτικοστεροειδή, για τη βελτιστοποίηση της διαχείρισης των συμπτωμάτων σε ασθενείς με σοβαρή αλλεργική ρινίτιδα. Επιπλέον, διεξάγονται μελέτες για να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα της δεσλοραταδίνης (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.) σε παιδιά ηλικίας κάτω των 6 μηνών, καθώς και σε ειδικούς πληθυσμούς, όπως έγκυες γυναίκες και ηλικιωμένους.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα κατεύθυνση έρευνας είναι η διερεύνηση των αντιφλεγμονωδών ιδιοτήτων της δεσλοραταδίνης και της δυνητικής χρήσης της σε άλλες φλεγμονώδεις παθήσεις πέραν των αλλεργικών διαταραχών. Προκλινικές μελέτες υποδεικνύουν ότι η δεσλοραταδίνη μπορεί να έχει ευεργετικές επιδράσεις σε παθήσεις όπως το άσθμα και η ατοπική δερματίτιδα, αλλά απαιτούνται περαιτέρω κλινικές δοκιμές για να επιβεβαιωθούν αυτά τα ευρήματα.
Καθώς η επιστημονική κατανόηση των αλλεργικών παθήσεων εξελίσσεται, η δεσλοραταδίνη αναμένεται να παραμείνει μια σημαντική θεραπευτική επιλογή, με δυνατότητες για διευρυμένες ενδείξεις και βελτιστοποιημένα σχήματα θεραπείας. Οι συνεχιζόμενες έρευνες θα παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για να καθοδηγήσουν την κλινική λήψη αποφάσεων και να βελτιώσουν τα αποτελέσματα για τους ασθενείς που πάσχουν από αλλεργικές διαταραχές.
Συνοπτικά
Η δεσλοραταδίνη (φάρμακο Aerius, Neoclarityn κ.ά.) είναι ένα αντιισταμινικό φάρμακο δεύτερης γενιάς που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία των συμπτωμάτων της αλλεργικής ρινίτιδας και της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης. Δρα ως εκλεκτικός ανταγωνιστής των υποδοχέων ισταμίνης H1, αναστέλλοντας τη δράση της ισταμίνης και μειώνοντας τα αλλεργικά συμπτώματα. Η δεσλοραταδίνη έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στη μείωση των συμπτωμάτων της αλλεργικής ρινίτιδας, όπως φτάρνισμα, ρινόρροια, κνησμός και ρινική συμφόρηση, καθώς και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Επιπλέον, είναι αποτελεσματική στη θεραπεία της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης, μειώνοντας τον κνησμό και τον αριθμό των εξανθημάτων.
Η δεσλοραταδίνη έχει ένα ευνοϊκό προφίλ ασφάλειας, με τις πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες να περιλαμβάνουν υπνηλία, ξηροστομία, κόπωση και κεφαλαλγία. Λαμβάνεται από το στόμα μία φορά την ημέρα, με ή χωρίς τροφή, και είναι διαθέσιμη σε διάφορες μορφές και δοσολογίες για ενήλικες και παιδιά. Οι συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις υποστηρίζουν τη χρήση της δεσλοραταδίνης ως αποτελεσματικής και ασφαλούς θεραπευτικής επιλογής για την αλλεργική ρινίτιδα και τη χρόνια ιδιοπαθή κνίδωση, ενώ οι τρέχουσες ερευνητικές κατευθύνσεις επικεντρώνονται στη διερεύνηση πιθανών νέων ενδείξεων και βελτιστοποιημένων σχημάτων θεραπείας.
elpedia.gr
ΠΡΟΣΟΧΗ: Είναι ζωτικής σημασίας να μην λαμβάνετε ποτέ κανένα φαρμακευτικό σκεύασμα χωρίς την επίβλεψη και καθοδήγηση ενός ειδικευμένου ιατρού. Να συμβουλεύεστε πάντοτε το ένθετο φυλλάδιο οδηγιών του εκάστοτε φαρμακευτικού προϊόντος που σας έχει συνταγογραφηθεί, καθώς ο κάθε φαρμακευτικός οίκος περιγράφει με ακρίβεια τις ιδιαίτερες προδιαγραφές που αφορούν το συγκεκριμένο σκεύασμα, και οι οποίες ενδέχεται να επικαιροποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Σημειώνεται ότι οι εμπορικές ονομασίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο αντιστοιχούν σε ευρέως γνωστά φαρμακευτικά σκευάσματα που περιέχουν τις δραστικές ουσίες υπό ανάλυση. Ωστόσο, ενδέχεται να υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τη σύνθεση του εκάστοτε φαρμάκου. Το παρόν άρθρο εστιάζει στην ανάλυση της δραστικής ουσίας και όχι στην εμπορική ονομασία του φαρμάκου. Η αναφορά των εμπορικών ονομασιών γίνεται αποκλειστικά για τη διευκόλυνση των αναγνωστών, οι οποίοι θα πρέπει να μελετούν προσεκτικά το φύλλο οδηγιών κάθε εμπορικού σκευάσματος που χρησιμοποιούν. Είναι απαραίτητο να έχετε στενή συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό σας και τον φαρμακοποιό σας. Η αυτοχορήγηση οποιουδήποτε φαρμάκου εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την υγεία σας και πρέπει να αποφεύγεται ρητά.
Βιβλιογραφία
- Devillier, P., Roche, N., & Faisy, C. (2008). Clinical pharmacokinetics and pharmacodynamics of desloratadine, fexofenadine and levocetirizine: a comparative review. Clinical pharmacokinetics, 47(4), 217-230. link.springer
- Canonica, G. W., Tarantini, F., Compalati, E., & Penagos, M. (2007). Efficacy of desloratadine in the treatment of allergic rhinitis: a meta-analysis of randomized, double-blind, controlled trials. Allergy, 62(4), 359-366. onlinelibrary.wiley
- Wilken, J. A., Daly, A. F., Sullivan, C. L., & Kim, H. (2006). Desloratadine for allergic rhinitis. Expert review of clinical immunology, 2(2), 209-224. tandfonline
- DuBuske, L. (2007). Desloratadine for chronic idiopathic urticaria: a review of clinical efficacy. American journal of clinical dermatology, 8(5), 271-283. link.springer
- Kim, K., Sussman, G., Hébert, J., Lumry, W., Lutsky, B., & Gates, D. (2006). Desloratadine therapy for symptoms associated with perennial allergic rhinitis. Annals of Allergy, Asthma & Immunology, 96(3), 460-465. sciencedirect
Συχνές Ερωτήσεις
Τι κάνει η δεσλοραταδίνη (φάρμακα Aerius, Neoclarityn, Azomyr κ.ά.);
Η δεσλοραταδίνη είναι ένα αντιισταμινικό φάρμακο που ανακουφίζει από συμπτώματα αλλεργικής ρινίτιδας και χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης. Δρα μειώνοντας την επίδραση της ισταμίνης στον οργανισμό. Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας για περισσότερες πληροφορίες.
Ποιες είναι οι παρενέργειες της δεσλοραταδίνης (φάρμακα Aerius, Neoclarityn, Azomyr κ.ά.);
Οι συχνότερες παρενέργειες της δεσλοραταδίνης περιλαμβάνουν υπνηλία, ξηροστομία, κόπωση και πονοκέφαλο. Σπανιότερα μπορεί να εμφανιστούν ταχυκαρδία, ζάλη ή αλλεργικές αντιδράσεις. Ενημερώστε τον γιατρό σας αν παρατηρήσετε σοβαρές ή επίμονες παρενέργειες.
Ποια είναι η σωστή δοσολογία για τη δεσλοραταδίνη (φάρμακα Aerius, Neoclarityn, Azomyr κ.ά.);
Η συνήθης δοσολογία για ενήλικες και παιδιά άνω των 12 ετών είναι 5mg άπαξ ημερησίως. Για μικρότερες ηλικίες, η δοσολογία προσαρμόζεται ανάλογα με το βάρος. Ακολουθήστε πάντα τις οδηγίες του γιατρού σας.
Για πόσο καιρό μπορώ να παίρνω δεσλοραταδίνη (φάρμακα Aerius, Neoclarityn, Azomyr κ.ά.);
Η διάρκεια της θεραπείας εξαρτάται από την πάθηση και την ανταπόκριση του ασθενούς. Συνήθως, η δεσλοραταδίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα με ασφάλεια. Ωστόσο, ο γιατρός σας θα καθορίσει το κατάλληλο θεραπευτικό πλάνο.
Είναι ασφαλής η χρήση δεσλοραταδίνης (φάρμακα Aerius, Neoclarityn, Azomyr κ.ά.) σε παιδιά;
Η δεσλοραταδίνη θεωρείται ασφαλής για παιδιά ηλικίας άνω των 6 μηνών, με κατάλληλη προσαρμογή της δοσολογίας. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να συμβουλευτείτε τον παιδίατρο πριν χορηγήσετε οποιοδήποτε φάρμακο στο παιδί σας.
Μπορεί η δεσλοραταδίνη (φάρμακα Aerius, Neoclarityn, Azomyr κ.ά.) να ανακουφίσει από τον βήχα;
Η δεσλοραταδίνη μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του βήχα που σχετίζεται με αλλεργίες, καθώς μειώνει τα συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας. Ωστόσο, δεν είναι η πρώτη επιλογή για τη θεραπεία του βήχα. Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας για την κατάλληλη αντιμετώπιση.
Πόσο γρήγορα δρα η δεσλοραταδίνη (φάρμακα Aerius, Neoclarityn, Azomyr κ.ά.);
Η δεσλοραταδίνη αρχίζει να δρα εντός της πρώτης ημέρας λήψης, με τα συμπτώματα να βελτιώνονται σταδιακά τις επόμενες ημέρες. Η πλήρης θεραπευτική δράση επιτυγχάνεται συνήθως εντός λίγων ημερών. Ο γιατρός σας θα παρακολουθεί την πρόοδό σας.