Τι είναι η Τερβιναφίνη;
Η τερβιναφίνη (φάρμακο Zakofin, Lamisil, Terbinaf, Lamisilatt, κ.α.) είναι ένα αντιμυκητιακό φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία μυκητιασικών λοιμώξεων του δέρματος, των νυχιών και του τριχωτού της κεφαλής.
Δραστική Ουσία
Η δραστική ουσία τερβιναφίνη, μια αλλυλαμίνη με αντιμυκητιασική δράση. Χορηγείται τόσο σε μορφή δισκίων, όσο και σε τοπικές εφαρμογές (κρέμες και αλοιφές) για την αντιμετώπιση ποικίλων μυκητιασικών λοιμώξεων. Η τερβιναφίνη δεσμεύεται και παρεμβαίνει στο ένζυμο εποξειδάση του σκουαλενίου, το οποίο είναι υπεύθυνο για τη σύνθεση εργοστερόλης στη μεμβράνη των μυκητιακών κυττάρων. Η παρεμπόδιση της εργοστερόλης οδηγεί στην αποσταθεροποίηση της κυτταρικής μεμβράνης και, τελικά, τον θάνατο του μύκητα.
Χρήσεις
Η τερβιναφίνη ενδείκνυται για τη θεραπεία διαφορετικών τύπων μυκητιάσεων, όπως:
- Μυκητιάσεις του δέρματος:
- Δερματόφυτα (tinea corporis, tinea cruris)
- “Ποικιλόχρους πιτυρίαση” (Pityriasis versicolor)
- Μυκητιάσεις των νυχιών (Ονυχομυκητίαση): Συνήθως οφείλεται σε παρόμοιους μύκητες με τις μυκητιάσεις του δέρματος.
- Μυκητιάσεις του τριχωτού της κεφαλής (tinea capitis)
Παρενέργειες
Η τερβιναφίνη (φάρμακο Zakofin, Lamisil, κ.α.) αν και αποτελεσματική, μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες σε ορισμένους ασθενείς. Οι συχνότερες παρενέργειες αφορούν:
- Γαστρεντερικά προβλήματα: Ναυτία, διάρροια, δυσπεψία, κοιλιακός πόνος
- Δερματικές αντιδράσεις: Εξανθήματα, κνησμός, ερυθρότητα
- Διαταραχές της γεύσης: Αλλοιώσεις στη γεύση ή απώλεια γεύσης
- Πονοκέφαλος
Σπανιότερα μπορεί να εμφανιστούν:
- Ηπατοτοξικότητα (συχνότητα εμφάνισης μικρότερη από 1 στις 1.000 περιπτώσεις)
- Σοβαρές δερματικές αντιδράσεις (π.χ. σύνδρομο Stevens-Johnson)
Προφυλάξεις
Είναι σημαντικό να λάβουμε υπόψη μας ορισμένες προφυλάξεις πριν τη χρήση της τερβιναφίνης:
- Ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία: Απαιτείται προσοχή και πιθανή προσαρμογή της δόσης, καθώς η τερβιναφίνη μεταβολίζεται στο ήπαρ.
- Ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια: Δεν απαιτείται συνήθως προσαρμογή της δόσης, ωστόσο συνίσταται στενή παρακολούθηση.
- Εγκυμοσύνη και θηλασμός: Η χρήση του φαρμάκου αντενδείκνυται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού.
- Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα: Η τερβιναφίνη αλληλεπιδρά με ορισμένα φάρμακα. Γι’ αυτό το λόγο, είναι σημαντικό να ενημερώσετε τον γιατρό σας για τυχόν φάρμακα που λαμβάνετε παράλληλα.
Έχει σημασία να τονίσουμε ότι σε περίπτωση σοβαρών ή επίμονων παρενεργειών, θα πρέπει να συμβουλευτείτε άμεσα τον γιατρό σας. Σύμφωνα με τις έρευνες των Gaba, et al. (2015), αλλά και του Debnath (2013), ενδεχομένως οι παρενέργειες να μπορούν να μετριαστούν με τη χρήση νέων μεθόδων χορήγησης του φαρμάκου.
Αλληλεπιδράσεις
Η τερβιναφίνη (φάρμακο Zakofin, Lamisilatt, κ.α.) μπορεί να αλληλεπιδράσει με ορισμένα άλλα φάρμακα, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει τη δράση και των δύο ουσιών. Οι σημαντικότερες αλληλεπιδράσεις του περιλαμβάνουν:
- Φάρμακα που μεταβολίζονται από το ηπατικό ένζυμο CYP2D6: Η τερβιναφίνη μπορεί να επιβραδύνει τον μεταβολισμό τους, αυξάνοντας τον κίνδυνο παρενεργειών από τα συγκεκριμένα φάρμακα. Τέτοια είναι κάποια αντικαταθλιπτικά, β-αναστολείς, και αντιψυχωσικά.
- Σιμετιδίνη: Η σιμετιδίνη μπορεί να μειώσει την απορρόφηση της τερβιναφίνης και να ελαττώσει την αποτελεσματικότητά της.
- Ριφαμπικίνη: Η ριφαμπικίνη μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα τερβιναφίνης στο αίμα, δημιουργώντας κίνδυνο παρενεργειών.
Είναι ζωτικής σημασίας να ενημερώσετε τον γιατρό σας για όλα τα φάρμακα (συνταγογραφούμενα ή μη) που χρησιμοποιείτε, καθώς και για πιθανά συμπληρώματα διατροφής.
Υπερβολική Δόση
Η υπερδοσολογία του φαρμάκου τερβιναφίνη μπορεί να προκαλέσει ενίσχυση των παρενεργειών. Συγκεκριμένα, τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Έντονη ναυτία και έμετο
- Πονοκέφαλο
- Ζάλη
- Κοιλιακός πόνος
Σε περίπτωση υποψίας υπερβολικής δόσης, επικοινωνήστε άμεσα με το γιατρό σας ή επισκεφθείτε το νοσοκομείο. Η αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας συνήθως περιλαμβάνει υποστηρικτική φροντίδα και παρακολούθηση των ζωτικών σημείων.
Φύλαξη Φαρμάκου
Η σωστή φύλαξη της τερβιναφίνης (φάρμακο Zakofin, Lamisilatt, κ.α.) διασφαλίζει τη διατήρηση της αποτελεσματικότητάς του και αποτρέπει την τυχαία κατάποση. Απαραίτητα βήματα περιλαμβάνουν:
- Φύλαξη σε ξηρό και δροσερό μέρος, μακριά από άμεσο ηλιακό φως και υγρασία.
- Να φυλάσσεται μακριά από παιδιά και κατοικίδια ζώα.
- Αποφύγετε τη χρήση του προϊόντος μετά την ημερομηνία λήξης του.
Ανάλυση Δραστικής Ουσίας
Η τερβιναφίνη, αν και ανήκει σε παλαιότερη γενιά αντιμυκητιασικών, παραμένει αποτελεσματική για τη θεραπεία διαφόρων μυκητιάσεων. Ο μηχανισμός δράσης της έγκειται στην αναστολή του ενζύμου εποξειδάση του σκουαλενίου, κρίσιμου για τη βιοσύνθεση της εργοστερόλης στη μεμβράνη των μυκήτων. Σύμφωνα με την έρευνα του Jain, et al. (2011), η ανάπτυξη νέων αναλυτικών μεθόδων, όπως η υπεριώδης φασματοσκοπία (UV-Spectrophotometry), συμβάλλει στον ακριβή ποσοτικό προσδιορισμό της τερβιναφίνης, εξασφαλίζοντας τη σταθερότητα των φαρμακευτικών σκευασμάτων που την περιέχουν.
Φαρμακοκινητική
Η τερβιναφίνη χορηγείται τόσο από του στόματος, όσο και τοπικά. Η μελέτη της φαρμακοκινητικής εστιάζει στο τι “κάνει” το σώμα στο φάρμακο. Αφορά τους μηχανισμούς απορρόφησης, κατανομής, μεταβολισμού και αποβολής του από τον οργανισμό. Πιο αναλυτικά:
- Απορρόφηση: Μετά τη στοματική χορήγηση, η τερβιναφίνη απορροφάται καλά από το γαστρεντερικό σωλήνα, με βιοδιαθεσιμότητα άνω του 70%.
- Κατανομή: Η τερβιναφίνη είναι ιδιαίτερα λιπόφιλη και κατανέμεται ευρέως στους ιστούς, συγκεντρώνοντας υψηλά επίπεδα στο δέρμα, τα νύχια, και τον λιπώδη ιστό.
- Μεταβολισμός: Η τερβιναφίνη μεταβολίζεται εκτενώς στο ήπαρ μέσω του συστήματος του κυτοχρώματος P450.
- Αποβολή: Οι μεταβολίτες της τερβιναφίνης αποβάλλονται κυρίως μέσω των ούρων.
Αποτελεσματικότητα
Η αποτελεσματικότητα της τερβιναφίνης ενάντια σε ένα εύρος δερματικών μυκητιάσεων και ονυχομυκητιάσεων έχει τεκμηριωθεί με αρκετές μελέτες. Τα ποσοστά επιτυχούς θεραπείας κυμαίνονται από 70% έως και πάνω από 90% ανάλογα με τον τύπο της μυκητίασης και τη διάρκεια της αγωγής. Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί ότι η ονυχομυκητίαση απαιτεί συνήθως μεγαλύτερη διάρκεια θεραπείας σε σχέση με τις δερματικές μυκητιάσεις για την πλήρη υποχώρησή της.
Κλινικές Μελέτες για την τερβιναφίνη (φάρμακο Zakofin, Lamisil, Lamisilatt, κ.α.)
Πληθώρα κλινικών μελετών έχουν ερευνήσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της τερβιναφίνης στη θεραπεία μυκητιάσεων. Αυτές οι μελέτες έχουν αποδείξει ότι η τερβιναφίνη είναι ένα αποτελεσματικό και γενικά καλά ανεκτό από τους ασθενείς φάρμακο. Μάλιστα, έρευνες όπως αυτές των Gaba, et al. (2015) αναδεικνύουν τη σημασία συνεχούς έρευνας προς την κατεύθυνση νέων μορφών χορήγησης της τερβιναφίνης με βελτιωμένα χαρακτηριστικά, όπως νανο-λιπιδιακά συστήματα (Nanostructured lipid carrier systems), τα οποία στοχεύουν στην ενίσχυση της βιοδιαθεσιμότητας και της αποτελεσματικότητας του φαρμάκου.
Συνοπτικά
Η τερβιναφίνη (φάρμακο Zakofin, Lamisil, Terbinaf, Lamisilatt, κ.α.) είναι ένα αποτελεσματικό αντιμυκητιασικό φάρμακο που χορηγείται τόσο από του στόματος, όσο και τοπικά, για τη θεραπεία διαφόρων μυκητιάσεων. Η δραστική ουσία του είναι η τερβιναφίνη, μια αλλυλαμίνη που παρεμποδίζει την ανάπτυξη των μυκήτων μέσω αναστολής της βιοσύνθεσης της εργοστερόλης. Ενδείκνυται κυρίως για μυκητιάσεις του δέρματος, των νυχιών αλλά και του τριχωτού της κεφαλής. Ωστόσο, η τερβιναφίνη μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες, ενώ αλληλεπιδρά με ορισμένα φάρμακα. Γι’ αυτό το λόγο, είναι απαραίτητη η ιατρική συμβουλή πριν τη χρήση της.
elpedia.gr
ΠΡΟΣΟΧΗ: Είναι ζωτικής σημασίας να μην λαμβάνετε ποτέ κανένα φαρμακευτικό σκεύασμα χωρίς την επίβλεψη και καθοδήγηση ενός ειδικευμένου ιατρού. Να συμβουλεύεστε πάντοτε το ένθετο φυλλάδιο οδηγιών του εκάστοτε φαρμακευτικού προϊόντος που σας έχει συνταγογραφηθεί, καθώς ο κάθε φαρμακευτικός οίκος περιγράφει με ακρίβεια τις ιδιαίτερες προδιαγραφές που αφορούν το συγκεκριμένο σκεύασμα, και οι οποίες ενδέχεται να επικαιροποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Σημειώνεται ότι οι εμπορικές ονομασίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο αντιστοιχούν σε ευρέως γνωστά φαρμακευτικά σκευάσματα που περιέχουν τις δραστικές ουσίες υπό ανάλυση. Ωστόσο, ενδέχεται να υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τη σύνθεση του εκάστοτε φαρμάκου. Το παρόν άρθρο εστιάζει στην ανάλυση της δραστικής ουσίας και όχι στην εμπορική ονομασία του φαρμάκου. Η αναφορά των εμπορικών ονομασιών γίνεται αποκλειστικά για τη διευκόλυνση των αναγνωστών, οι οποίοι θα πρέπει να μελετούν προσεκτικά το φύλλο οδηγιών κάθε εμπορικού σκευάσματος που χρησιμοποιούν. Είναι απαραίτητο να έχετε στενή συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό σας και τον φαρμακοποιό σας. Η αυτοχορήγηση οποιουδήποτε φαρμάκου εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την υγεία σας και πρέπει να αποφεύγεται ρητά.
Βιβλιογραφία
- B Gaba, M Fazil, S Khan, A Ali, S Baboota… – Bulletin of Faculty of Pharmacy, Cairo University, 2015 – Elsevier sciencedirect
- PS Jain, AJ Chaudhari, SA Patel, ZN Patel… – Pharmaceutical Methods, 2011 – Elsevier sciencedirect
- S Debnath, GV Kumar… – Asian Journal of Pharmaceutical and Clinical Research, 2013 indianjournals